close search results icon

24 Φεβρουαρίου 1821: Ξεκινώντας την Επανάσταση Ελευθερίας ή τι απέμεινε από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη και το «Μάχου Υπέρ Πίστεως και Πατρίδος»

24 Φεβρουαρίου 1821:  Ξεκινώντας την Επανάσταση Ελευθερίας ή τι απέμεινε από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη και το  «Μάχου Υπέρ Πίστεως και Πατρίδος»

Ήταν 24 Φεβρουαρίου του 1821, όταν ένας από τους πιο ανιδιοτελείς αγωνιστές της Επανάστασης, ο Στρατηγός Αλέξανδρος Υψηλάντης εκδίδει στο Ιάσιο την προκήρυξη του Αγώνα Ελευθερίας με τον τίτλο «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος», ενώ δύο μέρες πριν είχε σηκώσει τη σημαία της «Αγιασμένης Επανάστασης» όπως ονομάζει το ξεσηκωμό ενάντια στην μακρόχρονη Οθωμανική τυραννία ο Φώτης Κόντογλου .

Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1792 και ήταν γιος του Κωνσταντίνου Υψηλάντη και της Ελισάβετ το γένος Βακαρέσκου. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης ήταν γόνος της εύπορης και ισχυρής οικογένειας του Βυζαντίου με καταγωγή από τα Ύψαλα της Τραπεζούντας του Πόντο. Ο Ιωάννης Φιλήμονας, ο εκ Κύπρου ιστορικός της Επανάστασης και γραμματέας του Δημήτριου Υψηλάντη αδελφού του Αλέξανδρου, αναφέρει ότι η οικογένεια Υψηλάντη μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης κατέφυγε στην αυλή των Κομνηνών της Τραπεζούντας, μαζί με άλλες ισχυρές οικογένειες της αυτοκρατορίας (Μουρούζη, κλπ).

Ο Κωνσταντίνος Υψηλάντης, πατέρας του Αλέξανδρου, υπήρξε μέγας διερμηνέας, και μεταφραστής στρατιωτικών εγχειριδίων. Ηγεμόνας της Μολδαβίας, ήρθε σε επαφή με τους Ρώσους για να εξυπηρετήσει τα ελληνικά συμφέροντα και όταν το 1806 πληροφορήθηκε ότι οι Οθωμανοί θα το αποκεφάλιζαν κατέφυγε στη Ρωσία.

Ο Κωνσταντίνος Υψηλάντης από τον πρώτο γάμο του με τη Ραλλού Καλλιμάχη κόρη του ηγεμόνα της Μολδαβίας Ιωάννη Καλλιμάχη που αποκεφαλίστηκε το 1761, απέκτησε μία κόρη την Ελένη. Από το δεύτερο γάμο του με την Ελισάβετ Βακαρέσκου, απέκτησε τον Αικατερίνη και Μαρία, και τους Νικόλαο, το Δημήτριο, Γεώργιο, Γρηγόριο και τον Αλέξανδρο.

Το 1810 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης κατατάχτηκε με το βαθμό του ανθυπίλαρχου στο σώμα των εφίππων σωματοφυλάκων του Τσάρου Αλέξανδρου Α΄της Ρωσίας. Διακρίθηκε στους πολέμους κατά του Ναπολέοντα όπου στη μάχη της Δρέσδης, (27 Αυγούστου 1813), έχασε το δεξί του χέρι. Το 1814-1815 συμμετείχε ως μέλος της ρωσικής αντιπροσωπείας στο Συνέδριο της Βιέννης με τον βαθμό του υποστράτηγου. Οι δημιουργοί της Φιλικής Εταιρίας και οι πρώτοι μυημένοι θεωρούσαν τον Υψηλάντη ως σημαντική προσωπικότητα για την επιτυχία της μυστικής οργάνωσης, η οποία είχε στόχο την απελευθέρωση του υπόδουλου γένους.

Με την ανάληψη της αρχηγίας της Φιλικής Εταιρείας ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, περνάει τον ποταμό Προύθο στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και υψώνει τη σημαία της Επανάστασης, στο Ιάσιο της Μολδοβλαχίας, στις 24 Φεβρουαρίου εκδίδοντας την προκήρυξη της Επανάστασης με τον τίτλο «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος».

Στις 17 Μαρτίου 1821 ο Υψηλάντης, έχοντας οργανώσει ένα γενικό σχέδιο για την Επανάσταση καθώς και σχέδιο καταστροφής του τουρκικού στόλου στην Κωνσταντινούπολη,σχέδιο το οποίο δυστυχώς προδόθηκε, ξεκινά την Επανάσταση που έμελλε να αλλάξει τη μοίρα του Ελληνισμού.

Το δημιούργημα του Υψηλάντη, ο Ιερός Λόχος καταστράφηκε στη μάχη του Δραγατσανίου στις 7 Ιουνίου 1821 και ο Υψηλάντης μαζί με υπολείμματα του στρατού του, υποχώρησαν προς τα αυστριακά σύνορα. Οι συμμαχητές του Υψηλάντη Γεωργάκης Ολύμπιος και Ιωάννης Φαρμάκης θα δώσουν την τελευταία μάχη στη Μονή Σέκου. Ο Υψηλάντης παραδόθηκε στους Αυστριακούς, φυλακίστηκε για έξι χρόνια, απελευθερώθηκε στις 24 Νοεμβρίου 1827, και δύο μήνες μετά, στις 19 Ιανουαρίου 1828 πέθανε στη Βιέννη. Ήταν μόλις 36 ετών.

Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, όπως γράφει ο ιστορικός της Επανάστασης Σ. Τρικούπης, «είναι παράδειγμα πατριωτισμού, θυσίασε τη λαμπρή του θέση στον αυτοκράτορα, δαπάνησε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του, έγινε όμως υποχείριος ιδιοτελών, ραδιούργων, κακόβουλων και προδοτών, αναγκαζόμενος να αγωνίζεται για να σώσει τη ζωή του…. Η μνήμη του Υψηλάντη, θα μείνει αιώνια τιμημένη για όσα επιχείρησε με θάρρος και κινδύνους, για όσα έπαθε για χάρη της πατρίδας και για την τελική ευνοϊκή έκβαση του Αγώνα που τον άρχισε πρώτος».

Μετά από οκτώ χρόνια αγώνα, μετά από σφαγές από τη Λευκωσία, τη Σαμοθράκη και τη Νάουσα μέχρι τη Χίο και τα Ψαρά, μετά από ηρωικές στιγμές από τα Δερβενέκια και το Βαλτέτσι μέχρι το Μεσολόγγι και με τίμημα 800.000 νεκρούς, την τελική μάχη της Επανάστασης θα τη δώσει ο αδελφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη, ο Δημήτριος στις 12 Σεπτεμβρίου 1829 στην Πέτρα της Βοιωτίας. Ήταν η κορύφωση του «Μάχου Υπέρ Πίστεως και Πατρίδος» που σηματοδότησε την Παλιγγενεσία του Ελληνισμού.

Και ενα υστερόγραφο:

Πως ανταπέδωσε η Ελλαδική πολιτεία την προσφορά του Αλέξανδρου Υψηλάντη;

Η περιπετειώδης πορεία που ακολούθησε η ταριχευμένη καρδιά του Υψηλάντη από τη Βιέννη στην Αθήνα έχει μείνει στην ιστορία μέσα από ντοκουμέντα, όπως η παρακάτω επιστολή του Νικόλαου Υψηλάντη εν έτει 1828 στον αδελφό του Δημήτριο:

«Φίλτατε αδελφέ Δημήτριε,

Νέος κτύπος κατετάραξε τας ψυχάς ημών. Ο αυτάδελφός του ημών Αλέξανδρος, (...) ετελεύτησε και εισήλθεν εις τας αιωνίους μονάς. Δια προσταγής του εκρατήσαμεν την καρδίαν του δια την πατρίδα, το οποίον και εκτελέσαμεν, ενταυτώ όμως εβαλσαμώθη και το σώμα του όπου αν η πατρίς θελήση να ενταφίαση και αυτό εν καιρώ τω προσήκοντι, να εκτελέσωμεν. Μακάρια η μνήμη του».

Έτσι οι άνθρωποι του Υψηλάντη απέσπασαν την καρδιά από το σώμα του και την ταρίχευσαν, όπως ήταν διαδεδομένο την εποχή, ενώ στη συνέχεια την έκρυψαν στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στη Βιέννη. Μερικά χρόνια αργότερα, στις 3 Απριλίου 1843 ο Γεώργιος Υψηλάντης έστειλε την καρδιά στον τότε Μητροπολιτικό Ναό της Αθήνας, την Αγία Ειρήνη της Αιόλου, ενώ στις 27 Νοεμβρίου 1859 με φροντίδα της Μαρίας Υψηλάντη -Μουρούζη οι καρδιές του Αλέξανδρου και Γεωργίου Υψηλάντη, μεταφέρθηκαν στο παρεκκλήσι των Ταξιαρχών στο Αμαλίειο Ορφανοτροφείο Κορασίδων. Η Μαρία Υψηλάντη έθεσε έναν όρο όταν εμπιστεύτηκε στον ιερέα τις καρδιές: Να μην το μάθει ποτέ η Πολιτεία, καθώς η ίδια θεωρούσε ότι το ελληνικό κράτος υπήρξε «άγνωμον προς την οικογένεια Υψηλάντη».

Έτσι επί δεκαετίες η καρδιά του Αλέξανδρου, όπως και αυτή και του αδελφού του Γεωργίου Υψηλάντη βρίσκονταν κλειδωμένες σε ένα ντουλάπι στο ιερό του ναού των Ταξιαρχών , χωρίς να γνωρίζει κανείς την ύπαρξή τους εκτός από τον εφημέριο Νικόλαο Μούρτζινο στον οποίο τις είχε εμπιστευθεί η χήρα του Γεωργίου Υψηλάντη, Μαρία το γένος Μουρούζη. Η επίχρυσος και η επάργυρη λήκυθος που έκρυβαν το μυστικό ανακαλύφθηκαν σχεδόν τυχαία στα τέλη του 19ου αιώνα…..Τα δε οστά του Αλέξανδρου Υψηλάντη μεταφέρθηκαν από τη Βιέννη στο Ιάσιο και η Ρουμανική κυβέρνηση τα έστειλε στην Ελλάδα πριν από αρκετά χρόνια, όπου παρέμειναν στα αζήτητα επί δύο χρόνια στο τελωνείο του τότε Αεροδρομίου Ελληνικού μέσα σε μικρό ξύλινο κιβώτιο με χάλκινη επένδυση. Λέγεται, χωρίς να είναι εξακριβωμένο, ότι τα οστά του Υψηλάντη είναι θαμμένα στο προαύλιο του Ναού Παμμεγίστων Ταξιαρχών στο Πεδίον Άρεως, σε κενοτάφιο με επικλινές άγαλμα το οποίο έχει μισοκαταστραφεί....

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

ΣΧΟΛΙΑ