close search results icon

Χ. Παπαδόπουλος: Να μην ταλαιπωρηθείτε όπως ταλαιπωρηθήκαμε εμείς

"Όμως κι εμείς σαν παιδιά πήραμε μια γεύση από τα βάσανά τους".

Να μην ταλαιπωρηθείτε όπως ταλαιπωρηθήκαμε εμείς

του Χαράλαμπου Παπαδόπουλου

«Να μην ταλαιπωρηθείτε όπως ταλαιπωρηθήκαμε εμείς. Να μην βασανιστείτε όπως βασανιστήκαμε εμείς». Ποιος από εμάς που έχουμε περάσει τα 60 δεν άκουσε από τους γονείς του αυτά τα λόγια. Οι γονείς μας γεννημένοι και μεγαλωμένοι την περίοδο της Κατοχής και του Εμφυλίου πραγματικά περάσανε πολλές ταλαιπωρίες και πολλά βάσανα. Βέβαια δεν πέρασαν όσα οι δικοί τους γονείς, οι οποίοι πέρασαν ξεριζωμούς από τις πατρογονικές τους εστίες στον Πόντο και όλη την Μικρά Ασία, δυο Παγκόσμιους Πολέμους, Κατοχή και Εμφύλιο.

Όμως κι εμείς σαν παιδιά πήραμε μια γεύση από τα βάσανά τους. Τα καλοκαίρια πριν καλά καλά ξημερώσει βρισκόμασταν στα χωράφια βοηθώντας κι εμείς όσο επέτρεπαν οι δυνάμεις μας. Να τους φέρνουμε νερό, να προσέχουμε τα ζώα, να βάζουμε κασαπόχαρτα στα ξύλινα κιβώτια και όσο μεγαλώναμε παίρναμε στα χέρια μας την τσάπα, τα φτυάρια, τις σκάλες για το μάζεμα των φρούτων, να κουβαλάμε σωλήνες και κάμναμε κάθε εργασία που χρειαζόταν. Θυμάμαι τα καλοκαίρια που έκλειναν τα σχολεία αντί να έχω χαρά, είχα χαρμολύπη. Χαρά που τελείωσε το σχολείο, λύπη που σχεδόν κάθε μέρα θα δούλευα στα χωράφια. Θυμάμαι που χρόνια αργότερα ένας σπουδαίος Διευθυντής Προσωπικού μεγάλης φαρμακευτικής εταιρείας το θεώρησε αυτό σημαντικό προσόν και μου είπε «όταν οι άλλοι έπιναν τον φραπέ τους στις παραλίες εσύ ίδρωνες στα χωράφια».

Βέβαια η ζωή στα χωράφια τότε δεν έχει σχέση με σήμερα που την εργασία την κάμνουν κυρίως οι εργάτες Αλβανοί δουλεύοντας 8ωρο. Τότε σπάνια να παίρναμε εργάτες, την δουλειά την έβγαζαν οι οικογένειες και αν υπήρχε ανάγκη βοηθούσαν οι συγγενείς. Δεν υπήρχε 8ωρο. Πηγαίναμε στα χωράφια με τα κάρα τρώγαμε το μεσημέρι εκεί και επιστρέφαμε κατάκοποι λίγο πριν νυχτώσει.

Όλο αυτό εξωτερικά φαίνεται σαν μια μεγάλη ταλαιπωρία, γι αυτό και οι συχνές εκφράσεις των γονιών μας «να κοιτάξετε να φύγετε από την γεωργία, να γλιτώσετε το κεφάλι σας». Όμως σε όλο αυτό υπήρχε αρκετή ομορφιά. Μπορεί να καιγόσουν από τον ήλιο, μπορεί να έτρεχε ο ιδρώτας, μπορεί να ήσουν γεμάτος σκόνη, αλλά ήταν εμπειρία ζωής. Ζούσες μέσα στην φύση, ένοιωθες την αξία που έχει ένα δροσερό αεράκι, την ομορφιά που έχει η λίγη ανάπαυση, την ικανοποίηση ότι παρ’ όλες τις δυσκολίες εσύ μπορείς και προχωράς. Για να το καταλάβετε συγκρίνετε με το σήμερα που τα παιδιά μας με τα κινητά το χέρι αλλάζουν θέση στους καναπέδες για να ξεπιαστούν.

Δυστυχώς όμως σε όλα αυτά υπήρχαν δυο παραφωνίες. Η μια ήταν η πολλή πονηριά που υπήρχε κυρίως μεταξύ των αγοριών. Γυρνούσαμε εντελώς ελεύθερα, ξυπόλητοι, οπότε κι ένα παιδί μπορούσε να μολύνει με την πονηριά του και τους υπόλοιπους. Δηλαδή το πρόβλημα ήταν η επιδημία της αλητείας που ήταν τόσο αυξημένη που συχνά όταν μαζευόμασταν τα αγόρια εφαρμόζαμε πρακτικές ομοφυλοφιλίας ακόμα και κτηνοβασίας και φανταστείτε αυτά ξεκινούσαν από ηλικίες που δεν είχαμε ούτε στύση ! Δυστυχώς στις παρέες των μεγαλύτερων αγοριών αλλά και των μικρότερων το πιο συνηθισμένο θέμα στις κουβέντες μας είτε σαν αστεία, είτε σαν ανέκδοτα ήταν μόνιμα η πονηρή ενασχόληση με τα σεξουαλικά. Φυσικά οι γονείς μας ήταν στον κόσμο τους γιατί δεν γνώριζαν αυτό που λέει ο λόγος του Θεού ότι «η διάνοια του ανθρώπου έγκειται επιμελώς επί τα πονηρά εκ νεότητος αυτού».

Η άλλη παραφωνία δημιουργήθηκε όταν μπήκε η τηλεόραση στη ζωή μας. Ερχόμασταν κατάκοποι από τα χωράφια και βλέπαμε όμορφες γυναίκες, έρωτες, πονηριά που δεν είχαμε φανταστεί, φόνους, κτηνωδίες και σαν παιδιά που ήμασταν και η φαντασία οργίαζε, μας οδηγούσαν από την πραγματικότητα που ζούσαμε σε έναν φανταστικό κόσμο. Αρχίσαμε ν’ αφήνουμε και τα παιχνίδια μας για να βλέπουμε αυτά τα πρωτόγνωρα που έδειχνε. Θυμάμαι όταν ήμουν στην Α΄ Λυκείου έφυγα από το σπίτι που πενθούσαμε ένα 18χρονο ξάδερφό μου που είχε σκοτωθεί με το μηχανάκι και πήγα στο σπίτι είδα την σειρά «ο άγιος» με τον Ρότζερ Μουρ που μου άρεσε και ξαναεπέστρεψα στην κηδεία.

Και γιατί να μην ταλαιπωρηθούμε όπως ταλαιπωρήθηκαν οι γονείς μας ; Δηλαδή αυτοί άντεξαν τις ταλαιπωρίες και εμείς δεν θα τις αντέχαμε ; Πόσες φορές σε δυσκολίες στο Πανεπιστήμιο, όταν περίμενα στην ουρά για να δω ένα γιατρό στο νοσοκομείο σαν Ιατρικός Επισκέπτης ή κάμνοντας μάθημα σε μαθητές που δεν ήθελαν να μάθουν τίποτα, δεν νοστάλγησα τις ταλαιπωρίες των χωραφιών ! Εκεί που το σώμα ήταν κουρασμένο αλλά το μυαλό ήταν ξεκούραστο.

Νομίζω ότι απλώς έκαναν λάθος οι καημένοι οι γονείς μας. Αυτοί ζούσαν στο απλό σπιτάκι τους, είχαν τις κοτούλες τους, το γουρουνάκι τους, την κατσικούλα τους, τον μπαξέ τους … και νόμιζαν πως όταν ζεις στο διαμέρισμα και κάθεσαι και το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να πας στην καφετέρια, ότι είναι καλύτερη η ζωή. Αυτοί καλά έκαμναν και νόμιζαν ότι νόμιζαν. Εμείς γιατί να ακολουθούμε τυφλά τα λόγια τους ;

Ο άγιος Νεκτάριος στο βιβλίο του «Χριστιανική ηθική» σελίδα 156 λέει : «Το πνεύμα εν τω σταδίω της αναπτύξεώς του δείται τινος ποδηγετήσεως. Αλλ’ ο άνθρωπος οφείλει και να αυτενεργή. Οφείλει μεν να έχη εμπιστοσύνην προς τους διδασκάλους του και να δέχηται τας γνώμας αυτών, πλήν ουχί παθητικώς, αλλ’ ενεργητικώς. Οφείλει να ερευνά, όπως ανεύρη και αυτός την περιεχομένην εν τη διδασκαλία αλήθειαν και ενεργή ελευθέρως κατά το μέτρον της πνευματικής αυτού αναπτύξεως».

Δηλαδή λέει ο άγιος, τα παιδιά και οι νέοι σίγουρα χρειάζονται κάποια καθοδήγηση. Αλλά πρέπει και να αυτενεργούν. Πρέπει να έχουν εμπιστοσύνη στους γονείς και τους δασκάλους τους και να δέχονται τις γνώμες τους, όχι όμως παθητικά αλλά ενεργητικά. Οφείλουν να ερευνούν για να βρουν και οι ίδιοι τους την αλήθεια σ’ αυτά που τους λένε και να ενεργούν ελεύθερα στον βαθμό που τους κόβει.

Πόσο πιο όμορφη θα ήταν η ζωή μας αν εφαρμόζαμε αυτά τα λόγια του αγίου Νεκταρίου ! Γιατί δυστυχώς εμείς στην Ελλάδα περάσαμε από την ακραία νοοτροπία που ίσχυε όταν ήμασταν εμείς παιδιά «ο γονιός και ο δάσκαλος έχουν δίκιο και κάμνω τυφλά ότι λένε», στην αντίθετη σημερινή ακραία νοοτροπία «ο γονιός και ο δάσκαλος δεν ξέρουν τίποτα, γι αυτό ούτε θ’ ακούσω τι λένε».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

ΣΧΟΛΙΑ