close search results icon

Γιατί η Άγκυρα «τραβάει ξανά το σκοινί» με τους χάρτες των Θαλάσσιων Πάρκων και πώς θα απαντήσει η Αθήνα

Γιατί η Άγκυρα «τραβάει ξανά το σκοινί» με τους χάρτες των Θαλάσσιων Πάρκων και πώς θα απαντήσει η Αθήνα

Κείμενο: Γεώργιος Σαρρής

Τις γνωστές διεκδικήσεις της στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο επιλέγει να επαναφέρει μεσούντος του καλοκαιριού η Τουρκία, χρησιμοποιώντας αυτή τη φορά μάλιστα και… περιβαλλοντικό περιτύλιγμα στις βλέψεις της. Η εξαγγελία περί δημιουργίας δύο «Θαλάσσιων Πάρκων» σε περιοχές εκτός των τουρκικών χωρικών υδάτων, και μάλιστα χωρίς καμία οριοθέτηση ή διεθνή συμφωνία, προκαλεί την έντονη αντίδραση της ελληνικής πλευράς, η οποία κάνει λόγο για απαράδεκτη και παράνομη ενέργεια, με σαφές γεωπολιτικό υπόβαθρο.

Η Τουρκία φαίνεται να χρησιμοποίησε ως αφορμή την ελληνική πρωτοβουλία για τη δημιουργία των δικών της εθνικών Θαλάσσιων Πάρκων στο Ιόνιο και στο Αιγαίο Πέλαγος, που παρουσιάστηκε επισήμως ως μέρος της στρατηγικής για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος και τη βιωσιμότητα του οικοσυστήματος. Η τουρκική αντίδραση μετά τη δημοσιοποίηση των δικών μας χαρτών δεν περιορίστηκε σε ρητορικό επίπεδο. Αντιθέτως, με μια σαφώς ανταγωνιστική κίνηση, ανακοίνωσε τη δημιουργία αντίστοιχων περιοχών προστασίας, κάτι που δεν μας έκανε έκπληξη, θεσπίζοντας πάρκα τα οποία εκτείνονται όμως πέραν των χωρικών της υδάτων. Αφορούν, δε, ακόμα και θαλάσσιες περιοχές που σχετίζονται με τη διεκδικούμενη από τους γείτονές μας ΑΟΖ, εις βάρος της Ελλάδας, με τη δική τους αυθαίρετη και μονομερή ερμηνεία του Δικαίου της Θάλασσας.

Πέραν, δε, της υπέρβασης των χωρικών υδάτων στο Βόρειο Αιγαίο, η Τουρκία θέτει ως εξωτερικό όριο του Θαλάσσιου Πάρκου τη μέση γραμμή, όπως την αντιλαμβάνεται η ίδια, μεταξύ των «ηπειρωτικών ακτών» των δύο χωρών, αγνοώντας έτσι την ύπαρξη και την επήρεια που έχουν τα ελληνικά νησιά στις θαλάσσιες ζώνες. Και το Θαλάσσιο Πάρκο ακολουθεί την πάγια διεκδίκηση της Τουρκίας επί της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, όπως είχε διατυπωθεί ήδη από τη δεκαετία του ’70 με τη χορήγηση αδειών για έρευνες στην τουρκική πετρελαϊκή εταιρεία ΤΡΑΟ.

Η κίνηση της Άγκυρας δεν είναι μεμονωμένη, ούτε μπορεί να ιδωθεί αποκομμένη από την επεκτατική στρατηγική της «Γαλάζιας Πατρίδας», η οποία αποτυπώνει με σαφήνεια τη μακροπρόθεσμη επιδίωξή της να κυριαρχήσει πολιτικά, νομικά και επιχειρησιακά σε μια ευρύτερη θαλάσσια ζώνη που εκτείνεται από τις τουρκικές ακτές μέχρι την Ανατολική Μεσόγειο, αγνοώντας στην πράξη την ύπαρξη των ελληνικών νησιών και το δικαίωμά τους σε ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα.

Αν και η κίνηση περιγράφεται με οικολογικούς όρους, η ουσία της είναι καθαρά πολιτική. Με την επιλογή να καταθέσει τους σχετικούς χάρτες στην UNESCO, η Άγκυρα επιχειρεί να προσδώσει θεσμική νομιμοφάνεια στη θέση της. Θέλει να δημιουργήσει την εντύπωση μιας «διεθνούς αναγνώρισης» των διεκδικήσεών της, ή έστω μιας de facto κατάστασης, στην οποία εμφανίζεται να «διαχειρίζεται» θαλάσσιες περιοχές εκτός των χωρικών της υδάτων. Η στόχευση είναι διπλή: αφενός να αμφισβητήσει τη βάση του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας που αναγνωρίζει δικαιώματα σε όλα τα νησιά, αφετέρου να προβάλει μια εικόνα περιφερειακής δύναμης που ορίζει την ατζέντα στην Ανατολική Μεσόγειο.

Για την Αθήνα, αυτή η τακτική είναι εξαιρετικά επικίνδυνη. Πρώτον, διότι υπονομεύει ευθέως το Δίκαιο της Θάλασσας και τις αρχές του, τις οποίες η Ελλάδα επικαλείται διαχρονικά ως βάση των διπλωματικών της επιχειρημάτων. Δεύτερον, διότι η Τουρκία επιλέγει να κάνει κινήσεις επί του πεδίου, επιχειρώντας να δημιουργήσει τετελεσμένα και να παρουσιάσει μια εναλλακτική πραγματικότητα μέσω χαρτών, γεγονός που έχει αποδειχτεί ιστορικά ότι δημιουργεί πιέσεις και στο επίπεδο της διεθνούς κοινής γνώμης.

Ιδιαίτερη σημασία έχει και το γεγονός ότι οι τουρκικοί χάρτες αφήνουν εμφανώς εκτός τον ρόλο του Καστελόριζου, επιχειρώντας να το απομονώσουν από την ευρύτερη ελληνική νησιωτική παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο. Το Καστελόριζο αποτελεί διαχρονικά το «κλειδί» στην ελληνική θέση για ενιαία ΑΟΖ με την Κύπρο, και η τουρκική πρακτική αποσκοπεί στο να ακυρώσει αυτή τη λογική, εμφανίζοντας το νησί ως «ασήμαντο» ή «ανενεργό» γεωπολιτικά. Αυτή η πρακτική δεν είναι καινούργια, αλλά εντάσσεται στη μακρόχρονη επιδίωξη της Άγκυρας να αμφισβητήσει συνολικά τα δικαιώματα των ελληνικών νησιών.

Η ελληνική πλευρά αντέδρασε άμεσα και με αυστηρό τόνο, υπογραμμίζοντας ότι η τουρκική εξαγγελία δεν έχει κανένα έννομο αποτέλεσμα και αποτελεί μονομερή και παράνομη ενέργεια. Παράλληλα, επισημαίνει την πλήρη απουσία σεβασμού προς το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας από πλευράς Τουρκίας, που μάλιστα δεν έχει κυρώσει ποτέ τη σχετική Σύμβαση (UNCLOS), παρότι επιχειρεί να την ερμηνεύσει κατά το δοκούν, όταν τη βολεύει.

Η Ελλάδα προτίθεται να κινηθεί σε διπλωματικό και νομικό επίπεδο, διεθνοποιώντας το ζήτημα, ενημερώνοντας συστηματικά διεθνείς οργανισμούς και εταίρους, και αναδεικνύοντας ότι τέτοιες κινήσεις όχι μόνο δεν συνεισφέρουν στη σταθερότητα και στην περιβαλλοντική προστασία, αλλά αποτελούν επιθετική πολιτική που υπονομεύει τη σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο και τις σχέσεις καλής γειτονίας. Η ελληνική διπλωματία επιλέγει να απαντήσει όχι με κινήσεις εντυπωσιασμού, αλλά με συνέπεια, νομικά επιχειρήματα και διεθνή διαφάνεια, αναγνωρίζοντας ότι οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι για την εμπέδωση των ελληνικών θέσεων.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών στην επίσημη ανακοίνωσή του έκανε λόγο για «απαράδεκτη, μονομερή και παράνομη ενέργεια» εκ μέρους της γείτονος, «που δεν παράγει κανένα έννομο αποτέλεσμα έναντι των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων». Υπογραμμίζεται, δε, πως «η τουρκική ενέργεια δείχνει πλήρη έλλειψη σεβασμού στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας» και καταλήγει ότι «η ελληνική κυβέρνηση ενεργεί διαρκώς και με συνέπεια για την προστασία των δικαιωμάτων της πατρίδας μας και της βιωσιμότητας των θαλασσών μας, υπενθυμίζοντας πως αντανακλαστικές ενέργειες κενές περιεχομένου θέτουν σε διακύβευση τις σχέσεις καλής γειτονίας μεταξύ των δύο χωρών».

newsbeast.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

ΣΧΟΛΙΑ