Η βόμβα των 37 τρισ. δολαριών: Πόσο αντέχει ακόμα ο κόσμος να δανείζει τις ΗΠΑ;
Αν δεν αλλάξει κάτι το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους των ΗΠΑ θα φτάσει τα 10 τρισ. δολάρια ετησίως - Αυτό εφόσον ο κόσμος συνεχίσει να δανείζει.

Νατάσα Στασινού
Η Αμερική βουλιάζει στα χρέη κι όλοι κάνουν πως δεν βλέπουν. Μετά το «Μεγάλο Όμορφο Νομοσχέδιο» του Ντόναλντ Τραμπ, που φουσκώνει κι άλλο το ήδη δυσθεώρητο χρέος των 37 τρισ., οι αγορές αρχίζουν να ιδρώνουν.
Το δολάριο υποχωρεί, τα ομόλογα ξεπουλιούνται, οι αποδόσεις εκτοξεύονται – και το παγκόσμιο σύστημα τρέμει την ιδέα ότι ίσως πλησιάζει η στιγμή που ο πλανήτης δεν θα θέλει (ή δεν θα μπορεί) να χρηματοδοτεί τον θησαυρό της Ουάσινγκτον.
Η συζήτηση για τη βιωσιμότητα του αμερικανικού χρέους επιστρέφει με ένταση. Και αυτή τη φορά δεν μοιάζει με θεωρητικό σενάριο.
Ακριβό πάρτι με δανεικά
Το νομοσχέδιο –που ο ίδιος ο Τραμπ χαρακτήρισε «το μεγαλύτερο στην Ιστορία» συνδυάζει περικοπές δαπανών με ακόμα μεγαλύτερες μειώσεις φόρων. Το αποτέλεσμα είναι μια αναμενόμενη εκτίναξη του ελλείμματος στο 6% του ΑΕΠ για την τρέχουσα χρονιά και πιθανόν διατήρησή του κοντά στο 7% για τα επόμενα 10 χρόνια.
Ο ιδρυτής της Bridgewater, Ρέι Ντάλιο, προειδοποιεί: «Αν δεν αντιμετωπιστεί άμεσα, η κατάσταση θα ξεφύγει από κάθε έλεγχο – το δημόσιο κόστος εξυπηρέτησης θα φτάσει τα 10 τρισ. δολάρια τον χρόνο».
Η αντίδραση των αγορών
Το δολάριο έχει ήδη χάσει 10% έναντι της στερλίνας και 15% έναντι του ευρώ από την αρχή του έτους.
Παρότι η Fed έχει μειώσει τα επιτόκια πιο αργά σε σχέση με ΕΚΤ και Τράπεζα της Αγγλίας, οι επενδυτές αποσύρονται από τα αμερικανικά ομόλογα, ιδιαίτερα τα μακροπρόθεσμα.
Η απότομη αύξηση του «term premium» –του επιπλέον επιτοκίου που απαιτούν οι επενδυτές για να αγοράσουν 20ετή και 30ετή τίτλους– φανερώνει ανησυχία για τον μακροπρόθεσμο πληθωρισμό, αλλά και για τη γενικότερη φερεγγυότητα των ΗΠΑ.
Η καμπύλη των αποδόσεων δίνει σήμα για κρίση εμπιστοσύνης.
Τακτική παλαιάς κοπής
Όλοι οι μεγάλοι οίκοι αξιολόγησης –Moody’s, Fitch και Standard & Poor’s– έχουν πλέον υποβαθμίσει τις ΗΠΑ, αφαιρώντας το τριπλό Α, την κορυφαία πιστοληπτική βαθμολογία. Όπως επισημαίνουν αναλυτές, οι αγορές αρχίζουν να βλέπουν τα αμερικανικά ομόλογα όχι πλέον ως ενεργητικό άνευ κινδύνου αλλά ως «υπερβολικά εκτεθειμένα σε πολιτικό κίνδυνο».
Καθώς το κόστος δανεισμού ανεβαίνει, η Ουάσινγκτον φλερτάρει με μια τακτική παλαιάς κοπής: τη λεγόμενη «χρηματοπιστωτική καταπίεση» (financial repression). Η Fed ενισχύει τη ζήτηση για κρατικά ομόλογα μέσω της απελευθέρωσης τραπεζικών περιορισμών (όπως το όριο περιουσιακών στοιχείων της Wells Fargo), αλλά και με ενίσχυση μηχανισμών όπως το SRF, που παρέχει φθηνή ρευστότητα με ενέχυρο κρατικούς τίτλους.
Παράλληλα, το Κογκρέσο εξετάζει τροποποιήσεις σε ρυθμιστικά εργαλεία όπως ο δείκτης SLR, που υποχρεώνει τις τράπεζες να κρατούν κεφάλαιο για ομόλογα του αμερικανικού Δημοσίου – κάτι που αποθαρρύνει την αγορά τους.
Όλες αυτές οι μικρές «τεχνικές» κινήσεις ίσως συνθέτουν μια πιο σκοτεινή στρατηγική, προειδοποιούν αναλυτές στο Market Watch.
H ανισότητα και ο φαύλος κύκλος
Παρότι το πακέτο Τραμπ υπόσχεται ευημερία μέσω φοροελαφρύνσεων, τα στοιχεία δείχνουν το αντίθετο: οικογένειες με εισόδημα έως $51.000 χάνουν κατά μέσο όρο $430, ενώ τα πιο εύπορα νοικοκυριά κερδίζουν πάνω από $17.000.
Ταυτόχρονα, οι περικοπές σε προγράμματα υγείας και διατροφής απειλούν πάνω από 1 εκατ. θέσεις εργασίας.
Αν συνεχιστεί αυτή η πολιτική, το πιο σκοτεινό σενάριο –σύμφωνα με οικονομολόγους– είναι ο φαύλος κύκλος: μεγαλύτερα ελλείμματα → υψηλότερα επιτόκια → βαρύτερο κόστος εξυπηρέτησης → νέα ελλείμματα.
Αν τα επιτόκια ξεπεράσουν διαρκώς τον ρυθμό ανάπτυξης, τότε η Αμερική θα βρεθεί σε «κρίσιμο σημείο» πολύ πριν το 2044, όπως προειδοποιεί και το CBO.
Ποιος κρατά το χρέος – και τι θα συμβεί αν το πετάξει;
Το ερώτημα δεν είναι μόνο πόσα χρωστά η Αμερική. Είναι και σε ποιον τα χρωστάει – και τι θα γίνει αν εκείνοι που κρατούν στα χέρια τους τον μηχανισμό χρηματοδότησης της υπερδύναμης αποφασίσουν ότι δεν τους συμφέρει πια.
Σήμερα, περίπου το 30% του αμερικανικού δημόσιου χρέους βρίσκεται σε χέρια ξένων. Πρώτη στη λίστα: Ιαπωνία, με πάνω από 1 τρισ. δολάρια σε ομόλογα.
Δεύτερη η Κίνα, με περίπου 770 δισ.. Ακολουθούν η Βρετανία, χώρες της Ε.Ε. και πετρελαιοπαραγωγοί του Κόλπου, που χρησιμοποιούν τα πλεονάσματά τους για να αγοράζουν ασφαλείς τοποθετήσεις.
Η Κίνα, ωστόσο, τα τελευταία χρόνια μειώνει συστηματικά την έκθεσή της στο αμερικανικό χρέος – και η υπομονή των αγορών με τις μονομερείς αποφάσεις της Ουάσινγκτον αρχίζει να εξαντλείται.
Αναλυτές ήδη μιλούν για το κλαμπ της «απο- δολαροποίησης» με μέλη από τη Μόσχα έως το Ριάντ και το Πεκίνο να σχεδιάζουν συστήματα πληρωμών και εμπορικές συμφωνίες χωρίς το δολάριο.
Αν μια κρίσιμη μάζα αυτών των παικτών αποφασίσει να παγώσει τις αγορές αμερικανικών κρατικών ομολόγω ή να ξεφορτωθεί μαζικά τα ομόλογα, τότε το σενάριο γίνεται εφιαλτικό: η ζήτηση για αμερικανικά ομόλογα θα καταρρεύσει, οι αποδόσεις θα εκτοξευτούν, και η Fed –όση ρευστότητα κι αν διαθέσει– δύσκολα θα απορροφήσει έναν τέτοιο κραδασμό.
Τι θα γίνει με το δολάριο;
Ο Μοχάμεντ Ελ-Εριάν περιγράφει με δηκτικότητα τη σημερινή κατάσταση: «Το δολάριο είναι υπερ-αγορασμένο, όλοι το ξέρουν, αλλά δεν υπάρχουν πολλές εναλλακτικές».
Ο χρυσός, το ευρώ και η στερλίνα έχουν ενισχυθεί, αλλά το δολάριο εξακολουθεί να θεωρείται το μικρότερο κακό.
Όμως η κατάσταση δεν είναι προορισμένη να μείνει έτσι. Όπως έγραφε ο William F. Rickenbacker ήδη από το 1968 στο «Death of the Dollar»: το αποθεματικό νόμισμα δεν είναι θεόσταλτο. Χρειάζεται υπευθυνότητα – και αυτή σήμερα λείπει.
πηγή: naftemporiki.gr
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ
-
Ακόμα μια νίκη στο τελευταίο άλμα για τον Τεντόγλου
05 Ιουλίου 2025
ΣΧΟΛΙΑ