Μητροπολίτης Δημήτριος: Λόγον ἀγαθόν ἐξηρεύξατο ἡ καρδία μου”

Στά ἐγκαίνια τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου Πολυκάστρου
“Λόγον ἀγαθόν ἐξηρεύξατο ἡ καρδία μου”
Ο ΝΑΟΣ τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου στήν πόλη τοῦ Πολυκάστρου ὡς βασικό ἀρχικό κτίσμα ἦταν ἀπό 100ετίας ὁ πρῶτος-πρῶτος ναός τοῦ παλαιοῦ Καρασουλίου-Πολυκάστρου, ἐνοριακός καί κοιμητηριακός μαζί, ὅπως συνηθιζόταν γιά πολλούς οἰκισμούς μέ τίς ὕστερες μεταβυζαντινές ἐκκλησίες. Γιά τήν ἱστορία ἀναφέρουμε ὅτι πρό πολλοῦ τά δημοτικά Κοιμητήρια μεταφέρθηκαν σέ ἄλλη περιοχή, ὅπου ἀπό ἑκατονταετίας καί πλέον (1916) εὑρίσκονται παράπλευρα τά «Κοινοπολιτειακά στρατιωτικά κοιμητήρια» τοῦ Α´ Π.Π.
Μετά τήν ἐνθρόνισή μας ἀπό 34ετίας μεριμνήσαμε ἄμεσα ὥστε ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος Πολυκάστρου νά γίνει αὐτοτελής Ἐνορία, γιά ρεαλιστικά ἀναπόδραστους ποιμαντικούς λόγους, πού δικαίωναν συνεχῶς ἐκείνη τήν προβλεπτικότητα.
Ὁ Ναός τελικά διπλασιάστηκε χωρομετρικά μέ τρεῖς ἐγκάρσιες διαπλατύνσεις, ὥστε νά ἐπαρκεῖ γιά τίς διευρυνόμενες λειτουργικές ἀνάγκες. Ὡραΐστηκε ἐσωτερικά καί ἐξωτερικά (μέ καλαίσθητη ἐπένδυση πελεκητῆς πέτρας) καί ἱστορήθηκε ἀπό ἐκλεκτό ἁγιογράφο τῆς περιοχῆς μας τόν κ. Γεώργιο Δημητριάδη (οἰκογενειάρχη μέ 5 παιδιά). Κάθε Κυριακή ὑπερπληρώνεται ἀπό ἐκκλησίασμα, πού ἐπιδοτεῖ τήν φιλοτιμία τοῦ ἁπλοῦ, προσηνοῦς καί εὐλαβοῦς ἐφημερίου π. Ἰουλιανοῦ, δρος θεολογίας.
Μᾶς ἀνέμενε ὁ ἐγκαινιασμός τοῦ Ναοῦ, προσμονή πέραν τῆς μιᾶς… 100ετίας!
Ὁ ἄρτι ἐγκαινιασμένος Ναός ἀποτελεῖ τό 32ο θυσιαστήριο-ἐκκλησία πού ἐγκαινιάσαμε στήν Μητρόπολη Γουμενίσσης, ἀπό τήν ἐνθρόνισή μας μέχρι σήμερα. Μέ τήν χάρη καί τό πλούσιο ἔλεος τοῦ Θεοῦ, μέ τήν ἀθέατη βοήθεια τῶν Ἁγίων καί τήν ἀποτελεσματική συναρωγή τοῦ πληρώματος, δέν ὑπάρχει Ἐνορία χωρίς ἀξιοθαύμαστο ναό γιά τά ἐπαρχιακά μας δεδομένα. Μέ δική μας ὑποκίνηση, ἐποπτεία καί συμπαράσταση (παράδειγμα εὔγλωττο ἡ Ἁγία Τριάδα Πολυκάστρου, ἕνας ναός ἐμβληματικός, ἄν καί νεότερος), τόσο ἡ μεγάλη φιλοτιμία τῶν ἱερέων μας, ὅσο καί ὁ παράλληλος ζῆλος τῶν λαϊκῶν στελεχῶν, ὑλοποίησαν ἕνα δυσκολοκατόρθωτο ἀποτέλεσμα: σέ 34 χρόνια ποιμαντορίας νά ἔχουν ἀνεγερθεῖ 32 ναοί στήν ἐπαρχία μας, χωρίς ποτέ νά ἔχει ἐπιζητηθεῖ ἤ ἐξασφαλιστεῖ ἐπιδότηση οἱουδήποτε πολιτειακοῦ φορέα.
Κύριος ὁ Θεός, ὁ ἐτάζων καρδίας καί νεφρούς, ἄς ναοποιεῖ τόσους καί τόσους θεόγνωστους συνεργούς ὅπου γῆς (π.χ. στίς ἱεραποστολικές ἐπάλξεις καί στήν ὁμογένεια). Αὐτή ἡ εὐχή-δέηση μᾶς συνεῖχε, καθώς «σχεδιάζαμε» τά ἐγκαίνια τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου Πολυκάστρου, ὅσο τά διακονήσαμε ἱεροτελεστικά καί… τώρα, πού ἀνασχεδιάζουμε τά ἐννοήματα καί τόν παλμό τῆς συμμετοχικῆς παρουσίας τόσων ἀνθρώπων, κληρικῶν και λαϊκῶν, πού ἐπισυνέτρεξαν καί συμμετεῖχαν σ᾽ αὐτήν τήν μεγάλη γιά μᾶς εὐλογία.
***
Η ΠΡΟΑΙΩΝΙΑ γιά ὅλους τούς συνανθρώπους μας φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ ἀνεξήγητα ἐπιμέρισε σέ μᾶς ὄχι μόνο τήν αἴσθηση, ἀλλά καί τήν ἐκκλησιαστική βίωση τοῦ χριστολογικοῦ κάλλους τῆς ἀληθινῆς ἀνθρωπιᾶς.
Καί σήμερα μᾶς συγκάλεσε, ὄχι ἁπλῶς νά θαυμάσουμε, ὄχι ἁπλῶς νά ὠφεληθοῦμε, ὄχι ἁπλῶς νά ἐπωφεληθοῦμε, ἀλλά νά συνεργήσουμε στό ἐγκαινιαζόμενο ἱερότατο πνευματικό κάλλος αὐτῆς τῆς Ἐκκλησίας.
Νά συνεργήσουμε σήμερα καί νά συνεργοῦμε διαρκῶς.
Νά συνεργοῦμε, πῶς;
Μέ τήν «βαθεῖα καρδιά» μιᾶς χριστολογημένης ζωῆς. Νά ἐννοοῦμε καί νά ζοῦμε «ναοποιώντας» τόν ἑαυτό μας καί «ναοποιώντας» αὐτήν τήν ἐκκλησία μας. «Ναοποιώντας» τήν ἐνορία μας καί «ναοποιώντας» τά σπίτια μας, τό Πολύκαστρο, τήν Παιονία, τήν Μακεδονία, τήν Ἑλλάδα.
Ὁ καλλιτέχνης πού ὀμορφαίνει τόν κόσμο μέ διδακτικά ἔργα, αὐτός «ναοποιεῖ» τήν κοινωνία.
Ὁ δάσκαλος πού ὀμορφαίνει τόν διανοητικό καί ψυχικό κόσμο τῶν μαθητῶν μέ ἰσορροπημένη διδασκαλία, αὐτός «ναοποιεῖ» τό σχολεῖο καί τήν κοινωνία.
Ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναίκα πού ὀμορφαίνουν τό δικό τους σπιτικό μέ στοργή καί ἀφοσίωση καί ἀλληλοκατανόηση, ὥστε νά γίνεται σάν «βάρκα μέ δυό κουπιά» γι᾽ αὐτούς καί τά παιδιά τους, αὐτό τό ἀνδρόγυνο «ναοποιεῖ» τήν οἰκογένεια καί τό μέλλον τῆς κοινωνίας.
Ὁ μορφωμένος πού δέν ἀλαζονεύεται…
ὁ ἐπαγγελματίας πού δέν καπηλεύεται…
ὁ κοινωνικός παράγοντας πού δέν ἁρπάζει…
ὁ προγραμματιστής πού “κοινωφελεῖ” μέ πρωτότυπες διαδράσεις…
ὁ πολιτιστικός φορέας πού τιμᾶ τά θεόκτιστα ἀνθρώπινα ὅρια…
ὁ δημοσιογράφος πού τολμᾶ νά σέβεται τήν ἐπίκηρη ἀλήθεια…
ὁ γιατρός πού ὑπηρετεῖ τόν συνάνθρωπο μέ συν-ανθρωπιά…
ὁ φιλάνθρωπος πού “ξανοίγεται” μέ στεναγμούς στόν βασανισμένο ὅπου γῆς…
ὁ συναλγῶν μέ τόν πονεμένο καί πεινασμένο διπλανό του…
ὁ κληρικός πού ―παράλληλα μέ τό σπιτικό του― ἀγωνιᾶ καί προσφέρεται μέ ἀνιδιοτέλεια ἤθους στό μεγάλο σπιτικό τῆς ἐνορίας…
ὁ ἄνθρωπος γενικά πού θυμᾶται νά κάνει καί νά εἰσπράττει τό σταυρό τοῦ Χριστοῦ σάν μέτρο ζωῆς καί ὁλοπροσφορᾶς,…
ὅλοι αὐτοί συνεργοῦν, ὅλοι ἐμεῖς συνεργοῦμε, ὥστε ὁ κόσμος νά μήν χάνει τήν δοσμένη ὑπαρκτική του ποιότητα, ἀλλά νά τήν πολλαπλασιάζει μέ δεκτικότητα θείων εὐλογιῶν.
Καί αὐτήν τήν ποιότητα φρονήματος-ἤθους-ζωῆς-ἀναφορᾶς νά τήν μοιράζεται μέ τούς ἄλλους σάν ἀγαθό πού ἐκκλησιάζει τόν Θεό μέ μᾶς, ἐμᾶς μεταξύ μας, κι ἐμᾶς μέ τόν Θεό.
***
Πρίν 34 χρόνια, μόλις πρωτοῆλθα στή Γουμένισσα, σκέφθηκα καί ἱδρύσαμε ἄλλη μιά ἐνορία στό Πολυκάστρο, πού ὁλοένα ἁπλωνόταν.
Τότε λειτουργοῦσε ἐνοριακά μόνο ἡ μικρή Ἁγία Τριάδα τῶν 300 τ.μ. Σήμερα λειτουργεῖ τριπλάσιος Ναός ἐκεῖ, καί διπλάσιος Ναός ἐδῶ.
Τόν διπλασίασε ἡ φιλοτιμία τοῦ ἱερέα σας, τοῦ ἐφημερίου, τοῦ ἐνοριακοῦ πνευματικοῦ πατέρα σας τοῦ π. Ἰουλιανοῦ. Ἔγγαμος, μορφωμένος, εὐαίσθητος πνευματικά, ἦρθε μετέπειτα ἔδωσε στίς δικές μας πρό 34ετίας ἐλπίδες “σάρκα καί ὀστά”. Ἐσεῖς ὅλοι δώσατε “ψυχή”. Καί ὁ Θεός μας ἔδωσε τό Πνεῦμά Του τό ἀγαθόν, ὥστε νά γίνει καί νά γίνεται ―μέ τήν εὐχή τοῦ Ἐπισκόπου σας― «ἐκκλησία Θεοῦ ζῶντος», κυψέλη μετανοίας καί κυψέλη σωτηρίας.
Μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τήν ἄριστη συνεργασία τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ τῆς ἐπαρχίας μας, ἐγκαινιάσαμε τό 32ο Θυσιαστήριο στήν Ἱερά Μητρόπολή μας.
Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος (πού μᾶς φιλοξενεῖ στο ναό του) καί ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς (πού τιμοῦμε τήν μνήμη του) πῶς γίνεται νά «μιλοῦσαν» [καί] γιά μᾶς;
Ἡ δική μας σημερινή παρουσία βρίσκεται ἑνωμένη μέ αἰῶνες Χριστιανισμοῦ, μέ αἰῶνες Ἐκκλησίας, μέ αἰῶνες Χριστοῦ ἐπί τῆς γῆς καί μέ τά προαιώνια τοῦ Χριστοῦ, πού “δι᾽ ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους” φανερώθηκαν στή γῆ.
Ὁ ναός (κάθε ἱερός ναός) καί ἡ ἐκκλησία (κάθε σύναξη πιστῶν πού ἀληθεύει στήν πατροπαράδοτη πίστη) εἶναι «ἐγχρονισμένη ἐντοπιότητα» Θεοῦ ἐπί τῆς γῆς καί «ἐγχρονισμένη ἐντοπιότητα» ἀνθρώπων γιά τούς οὐρανούς.
***
ΑΥΤΟ ΔΕΝ τό λέω ἐγώ ἔτσι, ποιητικά, γιά νά σᾶς ἐνθουσιάσω (καί νά ξεχάσετε λίγο τά πολλά καθημερινά ἀδιέξοδα τῆς γῆς μας καί τῆς ζωῆς μας).
Αὐτό τό θεολόγησε ἡ Ἁγία Γραφή καί τό ἑρμήνευσαν ἐκκλησιαστικά πολλοί Ἅγιοι (ὅπως ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων, ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ὁ ἅγιος Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως, ὁ ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας)…
Τό ἀνέλυσαν στή γλώσσα μας νεότεροι σοφοί θεολόγοι εἴτε ἅγιοι θεολόγοι, σάν τόν ἅγιο Δημήτριο Στανιλοάε (διεθνοῦς φήμης, ἀπό τούς σπουδαιότερους πατερικούς θεολόγους τοῦ 20οῦ αἰώνα καί μορφή πνευματικῆς ἀντίστασης στήν τυραννία τοῦ Τσαουσέσκου).
Τό μεγαλεῖο καί τό κάλλος αὐτοῦ τοῦ Ναοῦ μας «εἰκονίζει» τό μεγαλεῖο καί τό κάλλος τῆς θεόκτιστης δημιουργίας ὅλης, τῆς θεόπλαστης ἀνθρώπινης φύσης, τῆς θεόσωστης ἀνθρώπινης τελειότητας, τό ἀπερινόητο τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ μας.
Στό πολύ σπουδαῖο θεολογικό του ἔργο «Μυσταγωγία» ὁ μεγάλος Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής (7ος αἰ.) ἀναλύει θεολογικά, συμβολικά καί ἀναλογικά περίπου ὅλα αὐτά πού σᾶς εἶπα. Διδάσκει τήν θεολογική αἴσθηση βίωσης τοῦ κόσμου, τήν θεολογική αἴσθηση βίωσης τῶν ἀνθρωπίνων, τήν θεολογική αἴσθηση βίωσης τῶν κοσμολογικῶν, τήν θεολογική αἴσθηση βίωσης τῆς σωτηρίας, τήν θεολογική αἴσθηση βίωσης τῆς Ἐκκλησίας.
Στόχος του νά μιλήσει γιά τήν λειτουργική «μυσταγωγία», πῶς ἡ θεία Λειτουργία μᾶς ὁδηγεῖ στήν βίωση τοῦ προαιώνιου σχεδίου τοῦ Θεοῦ γιά τήν θέωσή μας, γιά τόν ἁγιασμό μας, γιά τήν μετοχή μας στήν θεοποιό Χάρη τοῦ Θεοῦ.
Λέει λοιπόν καί ἐξηγεῖ ὁ Ἅγιος ―μολονότι αὐτό τό κάνει ἐπιγραμματικά― ὅτι:
o ὁ ναός εἶναι τύπος καί εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, διότι ἐνεργεῖ στούς ἀνθρώπους τήν θέωση πού μᾶς χαρίζει ὀ Θεός.
o τό Ἱερό Βῆμα εἶναι «τύπος/σύμβολο» τοῦ νοητοῦ καί ἐπουρανίου κόσμου καί ὁ κυρίως ναός εἶναι τύπος/σύμβολο τοῦ αἰσθητοῦ καί ἐπίγειου κόσμου.
o ὁ ναός ἐπίσης εἶναι τύπος/σύμβολο τοῦ ἀνθρώπου. Μέ τό Ἱερό Βῆμα συμβολίζει τήν ψυχή καί μέ τόν κυρίως Ναό συμβολίζει τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου.
o Ὁπότε ὅλος ὁ θεόκτιστος κόσμος εἰκονίζει καί συμβολίζει τόν θεόπλαστο ἄνθρωπο.
o Ὁ ἄνθρωπος εἰκονίζει τόν κόσμο, καί ὁ κόσμος τόν ἄνθρωπο. Ἐκεῖ μᾶς ὁδηγεῖ ἡ θεολογική ἀναλογία τοῦ ἁγίου Μαξίμου (βλ. πρωτ. Κων/νου Καραϊσαρίδη, Θεωρήσεις Λειτουργικές, τ. Α΄, σ. 166ἑξ.).
***
ΟΜΩΣ, ὅλα αὐτά πού ἔγραψε ὁ Ἅγιος Μάξιμος κατάλληλα γιά τήν ἐποχή του (μέ τίς τόσες θεολογικές ἀπορίες), τά δίδαξε πιό πρίν ὁ Μέγας Ἀθανάσιος μιλώντας χριστολογικά, θεολογικά καί ἀνθρωπολογικά γιά τήν ἄχρονη τέλεια θεότητα καί τήν χρονική τέλεια ἀνθρωπινότητα τοῦ Κυρίου μας. Τά δίδαξε ὁ Μέγας Ἀθανάσιος διδάσκοντας θεολογικά ὅτι ὁ Χριστός μας ἔφτιαξε τόν κόσμο, ἀλλά δέν ἦταν κομμάτι τοῦ κόσμου. Ὄντας Θεός τέλειος, κάποια στιγμή θέλησε καί ἔγινε ἄνθρωπος, προσέλαβε τέλεια ἀνθρώπινη φύση, γιά νά μᾶς θεραπεύσει ἐμᾶς ἀπό τήν θνητότητα (καί νά μᾶς θεώσει) καί τόν ἄλλο κόσμο ἀπό τήν φθορά καί τήν ἀσημαντότητα (καί νά μᾶς ἀνακεφαλαιώσει στόν θεανθρώπινο Ἑαυτό Του).
Μόνο Χριστολογικά, ἀπό προσωρινοί γινόμαστε καί αἰώνιοι, ἀπό φθαρτοί καί ἄφθαρτοι, ἀπό περιορισμένοι καί ἀπέραντοι, ἀπό τωρινοί καί οὐράνιοι. Διότι κοινωνοῦμε τόν Χριστό μας. Μετέχουμε στόν Χριστό μας. Γινόμαστε ἐθελούσια ναός Θεοῦ, οἶκος Θεοῦ, ἁγιαστήριο Θεοῦ.
Αὐτό τό θεολόγησαν πρῶτα οἱ Ἀπόστολοι, ὅπως ὁ ἀπόστολος καί εὐαγγελιστής Λουκᾶς, εὐαγγελιζόμενος τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Σωτῆρος, τήν πανάγια χαρίτωση τῆς Παναγίας μας, τήν μεταδοτική χαρίτωση τῆς Ἐλισάβετ καί τοῦ Προδρόμου στήν κοιλιά της, καί τό ξεκίνημα ὅλης τῆς ἱστορίας τῆς Ἐκκλησίας (τήν Ἀνάσταση στό Εὐαγγέλιό του, τήν Ἀνάληψη καί τήν Πεντηκοστή στίς Πράξεις του κ.ο.κ.).
Εἴμεθα λοιπόν «ναός Θεοῦ». Μᾶς κατέστησε «ναό Θεοῦ» ὁ Κύριος καί Θεός μας, ὅπως Τόν εὐαγγελίστηκε ὁ Ἀπόστολος Λουκᾶς καί τόν θεολόγησε ὁ Μέγας Ἀθανάσιος.
Καί ἐγκαινιάζουμε ἕνα κτίριο, ὥστε νά εἶναι «ναός Θεοῦ» γιά μᾶς καί νά γίνεται «ναός Θεοῦ» μέ κάθε θεία Λειτουργία, μέ κάθε Ἑσπερινό, μέ κάθε ἐκκλησιασμό δικό μας.
Ὁ καθένας μας καί ὅλοι μαζί ὡς ἄφθαρτος καί ἅγιος «ναός Θεοῦ» εἰσερχόμεθα σ᾽ αὐτόν τόν ἱερό «ναό τοῦ Θεοῦ», γιά νά ἀνανεώνουμε καί νά ἐκπληρώνουμε τήν οὐσία τοῦ ἑαυτοῦ μας, τήν οὐσία τῆς κοινωνίας μας, τήν οὐσία τοῦ κόσμου μας, νά γινόμαστε διαρκῶς «ναός Θεοῦ» καί νά ὀμορφαίνουμε τόν κόσμο μας μέ τό νά γίνεται δι᾽ ἡμῶν «ναός Θεοῦ».
Ὄχι «ναός εἰδώλων» ἤ «ναός δαιμόνων».
Στήν κατάφαση τοῦ «ἐκκλησιασμοῦ» καί στήν ἄρνηση τοῦ «δαιμονισμοῦ» κρίνεται ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου, ἡ μακρά δοκιμασία τῆς ἀνθρωπινότητός μας.
† Ὁ Γουμενίσσης, Ἀξιουπόλεως καί Πολυκάστρου Δημήτριος
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ
-
Επιστροφή ενοικίου: Αντίστροφη μέτρηση για την πληρωμή της ενίσχυσης
21 Οκτωβρίου 2025
ΣΧΟΛΙΑ