close search results icon

Νέοι αγρότες στα μπλόκα: «Αν φύγουμε από τα χωράφια μας θα σβήσει η επαρχία»

Νέοι αγρότες στα μπλόκα: «Αν φύγουμε από τα χωράφια μας θα σβήσει η επαρχία»

Βρίσκονται καθημερινά στα μπλόκα και αγωνίζονται στο πλευρό των γονιών τους, διεκδικώντας την ανταμοιβή των κόπων τους αλλά και το δικαίωμα για ένα σίγουρο αύριο. Άλλοι σπούδασαν σε συναφές αντικείμενο προκειμένου να εξελίξουν τις επιχειρήσεις της οικογένειας, άλλοι παρέστησαν τη ζωή στην πόλη και στράφηκαν στην ύπαιθρο, αναζητώντας το μέλλον τους στη γεωργία . Όποια κι αν ήταν η συγκυρία που τους έφερε στο χωράφι, όλοι συγκλίνουν στην ίδια άποψη: Ο πρωτογενής τομέας με τα σημερινά δεδομένα καθίσταται μη βιώσιμος.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Σε μία εποχή που η αστικοποίηση φαντάζει η πιο προσοδοφόρα λύση, τα επαγγέλματα μεταλλάσσονται και η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας φέρνει νέες, ευέλικτες και πιο ξεκούραστες για εργασία, τέσσερις νεαροί αγρότες τρίτης γενιάς αποφάσισαν να στηρίξουν τις καλλιέργειες που κληρονόμησαν από τις οικογένειές τους και να παραμείνουν στην επαρχία, κόντρα στην επέλαση της ερήμωσης.

Ο Ιωάννης από τα Κύμινα , ο Δημόκριτος από τη Χαλάστρα , ο Βαγγέλης από την Πορταριά Χαλκιδικής και ο Χρήστος από τη Λουδία μιλούν στη Voria.gr για το όραμά τους να ασχοληθούν με τη γεωργία αλλά και για την απουσία κινήτρων από την πολιτεία, που δείχνει να διαφέρει για το μέλλον. υπαίθρου.

«Είναι κρίμα να φέρουμε προϊόντα από το εξωτερικό και να μην καλλιεργούμε τα δικά μας χωράφια»

Ο 19χρονος Ιωάννης Τσολάκης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κύμινα του δήμου Χαλκηδόνας. Παιδί αγροτικής οικογένειας, γαλουχήθηκε από μικρός στις καλλιέργειες και, όπως λέει, τα χωράφια είναι το μεράκι του. «Είναι μια ωραία και παραγωγική δουλειά, βλέπεις τους κόπους σου στα χέρια σου, βλέπεις αν δούλεψες σωστά το χωράφι και αν δεν έκανες καλή δουλειά, του χρόνου κοιτάς να τις διορθώσεις». Ο Ιωάννης ξεκίνησε στην αγορά εργασίας ως μηχανικός, έχοντας παρακολουθήσει τη μαθητεία στο ΕΠΑΛ, και εργάστηκε σε συνεργείο επισκευάζοντας τρακτέρ. «Θέλα κάτι που να είναι κοντά στον τομέα μου. σίγουρα με έχω βοηθήσει. Το κόστος παραγωγής στα χωράφια είναι πλέον τόσο υψηλό που η τέχνη που γνωρίζω βοηθάει να μειώσουμε τα έξοδα στην επιχείρηση. Ό,τι μηχάνημα χαλάει, το φτιάχνουμε μόνοι μας». Μαζί με τον πατέρα του καλλιεργούν κατά κύριο λόγο ρύζι και βαμβάκι, ωστόσο, όπως λέει, « τα δύο τελευταία χρόνια έχουμε τρομάξει με τα δεδομένα ».

Εικών

«Η δουλειά είναι επίφοβη, παίζουμε τζόγο κάθε χρόνο. Οι τιμές στα προϊόντα μας έχουν γίνει εξευτελιστικές. Φέρνουμε από το εξωτερικό ρύζι αμφιβόλου ποιότητας από τρίτες χώρες, δεν γνωρίζουμε με τι φάρμακα ραντίζουν, υπό ποιες συνθήκες έρχονται στην Ελλάδα. Και το παίρνουν πιο φθηνό». Ο ίδιος εξηγεί πως το πρόβλημα δεν είναι ότι το προϊόν έρχεται φθηνό στη χώρα μας. «Το πρόβλημα είναι ότι στις χώρες που παράγουν μειωμένο κόστος, δηλαδή τα φάρμακα που βάζουν είναι στη μισή τιμή, εμείς ραντίζουμε με τα καλύτερα φάρμακα που είναι εγκεκριμένα από την Ευρώπη και είναι πανάκριβα, επομένως δεν έχουμε να ρίξουμε το κόστος. παραγωγή».

Επιδιώκοντας να αποκτήσει δικλείδες ασφαλείας, ο Ιωάννης έδωσε Πανελλήνιες και πλέον φοιτά στο Φυσικό του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. «Πήγα να σπουδάσω γιατί δεν βλέπω μέλλον. Μας έχουν παρατήσει. Αυτό που καταλαβαίνω είναι ότι προσπαθούν να μας διώξουν από τα χωράφια . Γι' αυτό είμαι στα μπλόκα. Γιατί το όνειρό μου είναι να ασχοληθώ με τις καλλιέργειες. Παλαιότερα δεν θα με φαντάζομαι σε γραφείο, όπως όμως μάλλον πρέπει να αρχίσω να το καταπιώ και αυτό σαν εικόνα».

Όσο για τις εργασιακές συνθήκες στον πρωτογενή τομέα, δεν είναι κάτι που τον τρομάζει. «Είναι σκληρή και ασταθής δουλειά, δεν έχουμε ωράριο. Αλλά και πάλι το επιλέγω. Γιατί είναι αυτό που έμαθα, αυτό που αγαπάω. Θέλω να δω το καλό αυτού του τόπου, εδώ μεγάλη, είναι όμορφο μέρος. Αλλά η εικόνα που θα δούμε σε ένα και δύο χρόνια αν συνεχίσει αυτή η κατάσταση που είναι ερημωμένα χωράφια, παρατημένα από τους παραγωγούς. Είναι κρίμα να φέρουμε προϊόντα από το εξωτερικό και να μην καλλιεργούμε τα δικά μας τα χωράφια».

«Θέλω να μείνω στην επαρχία, αλλά μας κόβουν τα φτερά»

Σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων, στη Χαλάστρα Θεσσαλονίκης, ο 19χρονος Δημόκριτος Αναστασόπουλος ξεδιπλώνει το δικό του όνειρο. «Από 3 χρονών είμαι μέσα στα χωράφια, πάνω στα τρακτέρ. Αυτή τη στιγμή σπουδάζω Γεωπονία με το σκεπτικό να εξελιχθώ πάνω στην επιχείρηση και να την εξελίξω και αυτή». Όπως λέει όμως, αυτό πλέον γίνεται σιγά σιγά ακατόρθωτο. « Το κράτος μας απαξιεί, δεν δίνει καθόλου βάση ούτε στους νέους ούτε βέβαια και στους μεγάλους που πολλοί έχουν αρχίσει να τα παρατάνε. Πίσω μάλλον εμείς τους νέους που δεν έχουμε ξεκινήσει ακόμη, μας αποθαρρύνει από το να ασχοληθούμε με αυτόν τον τομέα».

Εικών

Μεγαλώνοντας σε οικογένεια ορυζοπαραγωγών, ο Δημόκριτος βλέπει την αγροτική εργασία από άλλη σκοπιά. «Μόνο και μόνο που πήγαινα στα χωράφια ανέβαινε η ψυχολογία μου, τα ξεχνούσα όλα. Ακόμα και τώρα, στις δυσκολίες, αυτή είναι η ψυχοθεραπεία μας, δεν ασχολούμαστε με τους αγρούς». Ο στόχος του είναι να παραμείνει στη Χαλάστρα και να δημιουργήσει εκεί τη δική του ζωή. «Εμένα μου αρέσει το χωριό, θα ήθελα να μείνω στην επαρχία, να κάνω εδώ οικογένεια. Σίγουρα παίζει ρόλο το γεγονός ότι είμαστε κοντά στη Θεσσαλονίκη, αλλά δεν επηρεάζουν την πόλη οι ευκολίες της. Η ησυχία και η ηρεμία του χωριού με ανταμείβει».

Για να κάνει πράξη όμως το όνειρό του, αυτό που ζητά είναι η στήριξη του κράτους. «Μας κόβουν τα φτερά καθημερινά, δεν υπάρχει κίνητρο στο νέο για να αναπτύξει αυτό που έχει, γιατί από το μηδέν, έτσι όπως είναι τα πράγματα, δεν μπορεί να ξεκινήσει σε καμία περίπτωση. Αυτή τη στιγμή μπαίνουμε μέσα. Υπάρχει μία χαμηλή τιμή αλλά υπάρχει και μία στασιμότητα, δεν κινείται η αγορά. Και η κυβέρνηση δεν έχει καταλάβει. Δεν είναι μόνο τα λεφτά που κλάπηκαν, πρέπει να στηριχθούν οι τιμές . Έτσι και υπάρχουν τιμές στα προϊόντα, δεν θα ένοιαζε κανέναν η επιδότηση. Είναι απλά ένα βοήθημα, ένα ψίχουλο στην τσέπη μας. Διαβάζω ότι το πρόβλημα είναι πανευρωπαϊκό, αλλά και η κυβέρνηση πρέπει να βρει τις λύσεις της, δεν μπορεί να περιμένει μόνο από την Ευρώπη».

Και καταλήγει: «Τα νέα παιδιά δεν στρέφονται τόσο στη γεωργία, λένε ότι δεν αξίζει και ότι δεν υπάρχει μέλλον. Όμως εμείς εδώ προσπαθούμε για ένα καλύτερο αύριο . Άμα σβήσει ο πρωτογενής τομέας σβήνουν και οι επαρχίες, αν αναπτυχθεί θα αποκτήσει ξανά ζωή η ύπαιθρος».

«Νιώθω σαν να μας λένε να σταματήσουμε να παράγουμε»

Ο Βαγγέλης Καραγιάννης μεγάλωσε και ζει στην Πορταριά Χαλκιδικής. Στα 24 του χρόνια, έχει ήδη τελειώσει τις σπουδές του στην τυποποίηση, η μεταποίηση και το εμπόριο και οραμά του είναι να συνεχίσει μαζί με τον αδερφό της οικογενειακής επιχείρησης πάνω στην πράσινη ελιά Χαλκιδικής και τα βερίκοκα. «Ασχολούμαι από μικρό παιδί με τα χωράφια. Αυτό ήθελα να ακολουθήσω, να συνεχίσω αυτό που ξεκίνησαν οι γονείς μου . Γι αυτό και σπούδασα κάτι σχετικό, για να εξετάσω την επιχείρησή μας».

Εικών

Διαπιστώνει όμως ότι οι τωρινές συνθήκες για να πραγματοποιήσουν τους στόχους του, δεν είναι πλέον βιώσιμες. «Προσπαθούμε να στηρίξουμε την παραγωγή αλλά δεν βλέπουμε μέλλον. Είναι λες και δέχεται πόλεμο το επάγγελμα του αγρότη και του κτηνοτρόφου , σαν να μας λένε σταμάτα να παράγεις, θα τα φέρουμε απέξω». Μπροστά στο αυξανόμενο κόστος παραγωγής και τις χαμηλές τιμές διάθεση των προϊόντων υπογραμμίζει Όπως δεν βλέπει καμία στήριξη από το κράτος. «Για μένα η κυβέρνηση έχει αποτύχει και δεν βλέπω κάποιο κόμμα που έχει προοπτική να στηρίξει τον πρωτογενή τομέα. Το κράτος έχει γίνει πλέον εισπρακτική εταιρεία. Στην Ισπανία βλέπω ότι στηρίζουν τους αγρότες. Εδώ εισάγουμε προϊόντα από την Τουρκία και τα πλασάρουμε για ελληνικά».

Αρνούμενος πάντως να εγκαταλείψει το χωριό του, ο 24χρονος τονίζει ότι θα συνεχίσει να παλεύει για ένα καλύτερο αύριο στον τομέα που επέλεξε. «Δεν θέλω να δω τον κόπο των γονιών μου να πάω στράφι. Θέλω να εκσυγχρονίσω την επιχείρηση. Αλλά χρειαζόμαστε εφόδια. Πρέπει να δούμε και το αύριο, όχι μόνο το τώρα . Το κόστος πλέον είναι δυσβάσταχτο. Παλιά ευδοκιμούσαν τα πράγματα, τώρα υπάρχει μία τεράστια διαφορά προς το χειρότερο».

Δηλώνει μάλιστα ότι θα βρίσκεται καθημερινά στα μπλόκα για να αγωνιστεί για την επιβίωση του πρωτογενούς τομέα αλλά και της δικής του ζωής. «Δεν ήρθα εδώ για την πλάκα μου, στο χωριό έχω άπειρες δουλειές αυτή τη στιγμή. Αλλά έτσι όπως πάνε τα πράγματα, για εμάς δεν υπάρχει καν προοπτική οικογένεια. Δεν υπάρχει προοπτική να ανοίξει ένα σπίτι από το μηδέν. Είναι ζήτημα επιβίωσης ατομικό πλέον, όχι οικογενειακό. Αν κάνουμε παιδιά δεν μπορούμε να τα μεγαλώσουμε».

«Με πληγώνει να είμαι διατεθειμένος να θυσιάσω πράγματα και να μην έχουμε την απαιτούμενη στήριξη»

Έχοντας σπουδάσει Πληροφορική και αφού πειραματίστηκε λίγο με το επάγγελμα, ο 30χρονος σήμερα Χρήστος Πανταζόπουλος αποφάσισε στα 26 του χρόνια να κάνει στροφή στην καριέρα του και να ασχοληθεί με τον πρωτογενή τομέα. Σε ένα γνώριμο περιβάλλον, αφού η οικογένεια του καλλιεργεί βαμβάκι και λωτόδεντρα, μαθήτευσε για λίγο διάστημα δίπλα στον πατέρα του και στη συνέχεια εντάχθηκε στο πρόγραμμα «Νέοι Αγρότες», επιλέγοντας την καλλιέργεια λάχανου. «Υπήρχε ένα σημείο στην προηγούμενη δουλειά μου που δεν ένιωθα παραγωγικός. Όταν με ρώτησε ο πατέρας μου τι θέλω να κάνω με τα χωράφια, αν θα τα δουλέψω ή θα τα νοιώσω, θέλησα να δω πώς είναι και αυτή η εργασία. Μου άρεσε η ιδέα να δουλεύω με τα χέρια μου , να μην κάθομαι σε ένα γραφείο, να είμαι σε κίνηση. Και είδα ότι μου άρεσε και στην πράξη».

Εικών

Έτσι πήρε την απόφαση να μετακομίσει από τη Θεσσαλονίκη στη Λουδία, όπου μένουν οι γονείς του και να κάνει μία νέα αρχή. «Η πόλη ήταν πιο κοινωνική, πιο μεγάλη ζωή, περισσότερα πράγματα να κάνεις. Παρόλα αυτά δεν είναι μακριά από το χωριό, ανά πάσα στιγμή μπορώ να είμαι εκεί, δεν μου λείπει και τόσο η πόλη». Έχοντας αλλάξει άρδην τη ζωή του για να κυνηγήσει τους νέους του στόχους, ο Χρήστος διαπιστώνει πως το μέλλον του αγρότη είναι πλέον αμφίβολο. «Δεν γνωρίζουμε πού πάμε. Από τις κύριες καλλιέργειες στην Ελλάδα είναι το βαμβάκι και το βαμβάκι φαίνεται ότι δεν είναι πλέον βιώσιμο. Αυτή τη στιγμή κοστολογείται στα 0,35 λεπτά το κιλό. Δεν υπάρχει κέρδος με αυτά τα χρήματα».

Όραμά του είναι να εκσυγχρονίσει την εργασία στο χωράφι και να εξελίξει την οικογενειακή επιχείρηση. «Δεν θέλω να κόψω καλλιέργειες, ίσα ίσα θέλω να προσθέσω. Αλλά για να γίνει αυτό, χρειαζόμαστε στήριξη . Έτσι όπως είναι τα πράγματα τώρα, με την επιδότηση που αναμένω απλά θα καλύψω τις ζημιές. Φέτος και με το σκάνδαλο και με τις τιμές υπάρχει μεγάλο πρόβλημα. παγώσει οι επιδοτήσεις, τα λεφτά που παίρνουμε για το προϊόν μας είναι στον πάτο κι όπως βλέπω τα πράγματα που πηγαίνουν πιο κάτω». Όπως λέει μάλιστα, αν γυρνούσε τον χρόνο πίσω και ήξερε πως η κατάσταση θα εξελισσόταν με αυτόν τον τρόπο, δεν είναι σίγουρο πόσο θα έπαιρνε τελικά αυτή την. « Ο κόπος δεν είναι το πρόβλημα, αλλά το ρίσκο είναι μεγάλο . Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται αγρότες και δεν υπάρχουν. Γι αυτό χρειαζόμαστε οικονομική στήριξη. Και όταν λέμε οικονομική δεν εννοούμε λεφτά. Θέλουμε ένα προϊόν που να μπορέσουμε να παράξουμε και να ξέρουμε ότι θα είναι βιώσιμο».

Ο Χρήστος βρίσκεται κάθε μέρα στα μπλόκα. «Θα το παλέψω, από τη στιγμή που είμαι στον χορό θα χορέψω. Θα βγω στους δρόμους, θα κάνω ό,τι μπορώ. Με πληγώνει ότι είμαι διατεθειμένος να θυσιάσω πολλά πράγματα για αυτή τη δουλειά, για να πάει μπροστά και να αποφέρει καρπούς, και να μην έχουμε την απαιτούμενη στήριξη από το κράτος ».

πηγή voria 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

ΣΧΟΛΙΑ