close search results icon

Οι επόμενες κινήσεις της Ε.Ε. και ο οικονομικός ανταγωνισμός με τις ΗΠΑ

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν κρύβει την ανησυχία της εδώ και μήνες.

Ο πρόεδρος της επιτροπής εμπορίου του Ευρωκοινοβουλίου, Μπερντ Λάγκε, πρότεινε, χθες, να εξετάσει η Ένωση το ενδεχόμενο προσφυγής στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου κατά των αμερικανικών δημόσιων ενισχύσεων σε τομείς-κλειδιά, ιδίως στον τομέα της πράσινης ενέργειας.

Αξιωματούχοι των ΗΠΑ και της Ε.Ε. ως αυτό το στάδιο διατηρούν συμβιβαστικούς τόνους σχετικά με όσα προβλέπει ο νόμος για την μείωση του πληθωρισμού (Inflation Reduction Act, IRA) που υιοθετήθηκε τον Αύγουστο και προβλέπει δαπάνες κάπου 430 δισεκατομμυρίων ευρώ, με την Ουάσιγκτον να υπόσχεται πως θα «διορθώσει» κάποιες από τις διατάξεις του.

Το μπλοκ δεν κρύβει την ανησυχία του, κρίνει πως ειδικά οι φοροαπαλλαγές προς τις εταιρείες που εδρεύουν στις ΗΠΑ θα προκαλέσει στρέβλωση του ανταγωνισμού σε βάρος των ευρωπαϊκών εταιρειών των τομέων της αυτοκινητοβιομηχανίας και της καθαρής ενέργειας.

Ο κ. Λάγκε είπε πως δεν αναμένει να βρεθεί λύση μέσω διαπραγματεύσεων, καθώς όπως είπε στα μέσα του ομίλου Funke στις συνομιλίες που θα αρχίσουν την επόμενη εβδομάδα δεν θα γίνουν παρά μόνο οριακές παραχωρήσεις.

«Δεν νομίζω πως θα αλλάξουν πολλά επί της ουσίας, ο νόμος έχει ήδη εγκριθεί», δήλωσε ο πρόεδρος της επιτροπής εμπορίου του ΕΚ, για τον οποίο η προσφυγή στον ΠΟΕ θα στείλει το μήνυμα ότι οι δημόσιες ενισχύσεις που προωθεί η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν αντίκεινται προς τους κανόνες.

Παράλληλα, το Ευρωπαίος Επίτροπος για την εσωτερική αγορά, Τιερί Μπρετόν, ζήτησε τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού ταμείου για να «υποστηριχθούν βιομηχανικά σχέδια» ώστε να αντιμετωπιστεί ο νόμος για τη μείωση του πληθωρισμού (Inflation Reduction Act, IRA) που υιοθετήθηκε στις ΗΠΑ.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν κρύβει την ανησυχία της εδώ και μήνες για τις συνέπειες που θα έχουν οι δαπάνες ύψους 420 δισεκατομμυρίων της κυβέρνησης του προέδρου Τζο Μπάιντεν, που είναι αφιερωμένες στο περιβάλλον κι εγκρίθηκαν τον Αύγουστο. Ο συγκεκριμένος νόμος βρέθηκε στην καρδιά της επίσημης επίσκεψης του κ. Μακρόν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Προβλέπει μεταξύ άλλων μεταρρυθμίσεις που θα ευνοήσουν εταιρείες εγκατεστημένες στις ΗΠΑ, ιδίως στους τομείς-κλειδιά των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, των μπαταριών, της τεχνολογίας, της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, του υδρογόνου.

Συνεπάγεται «στρεβλώσεις του ανταγωνισμού σε βάρος των εταιρειών της ΕΕ», στηλίτευσε ο Τιερί Μπρετόν σε συνέντευξή του που δημοσιεύει σήμερα η Journal du dimanche. Ο κ. Μπρετόν απείλησε τον Νοέμβριο να «πάει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ)» για να παρουσιάσει τα επιχειρήματα των Βρυξελλών.

«Έχει δημιουργηθεί ομάδα εργασίας με αντιπροσώπους του Λευκού Οίκου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής», διευκρίνισε.

Ο Εμανουέλ Μακρόν είπε την Παρασκευή ότι θα ήθελε το ζήτημα των «απαλλαγών» που ζητεί από τις ΗΠΑ για τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες να έχει «ρυθμιστεί» μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2023, αφού χαρακτήρισε την προηγουμένη «υπερβολικά επιθετικά» κάποια από τα αμερικανικά μέτρα. Ο αμερικανός πρόεδρος δήλωσε διατεθειμένος να διορθώσει τα «ελαττώματα» του νόμου αυτού, που όμως υπερασπίζεται με νύχια και με δόντια.

«Μετά τα ανοίγματα που εξασφαλίστηκαν στην Ουάσιγκτον από τον πρόεδρο (της Γαλλίας Μακρόν), είμαι πεπεισμένος (ότι) οι προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα φέρουν τους καρπούς τους. Ταχύτερα από ό,τι νομίζαμε, ελπίζω. Ίσως τις αμέσως προσεχείς ημέρες», είπε ο κ. Μπρετόν στη JDD.

Ο επίτροπος υπογράμμισε την ανάγκη η Ευρώπη να βελτιώσει την ελκυστικότητα και την ανταγωνιστικότητά της, δίνοντας έμφαση «στην τεχνολογία και στους στρατηγικούς τομείς για την επιτυχία της οικολογικής μετάβασης», ιδίως στην αιολική ενέργεια, στην ηλιακή ενέργεια και στα ηλεκτρικά δίκτυα, αναπροσαρμόζοντας το «πολύ βαρύ» ρυθμιστικό πλαίσιο.

Μπροστά στην ενεργειακή κρίση, τον αμερικανικό ανταγωνισμό και την οικονομική πολιτική της Κίνας, πρότεινε να δημιουργηθεί «ευρωπαϊκό ταμείο» για να υποστηρίξει «βιομηχανικά σχέδια» και να υπάρξει «συντονισμός» των εθνικών σχεδίων.

Τονίζοντας τους διαφορετικούς όρους όσον αφορά την έκδοση χρέους ανά κράτος μέλος, ο κ. Μπρετόν είπε ακόμη πως «πρέπει αναμφίβολα να προβλέψουμε χρηματοδότηση περί το 2% του ΑΕΠ της ΕΕ, δηλαδή περίπου 350 δισεκατομμύρια ευρώ».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

ΣΧΟΛΙΑ