close search results icon

Όταν ο Κεμάλ απέλασε τον Πατριάρχη Κωνσταντίνο ΣΤ’ - Ο ύποπτος ρόλος του Τούρκου «παπα-Ευθύμ» που έκανε «μεγαλύτερη ζημιά από ένα σώμα στρατού»

Όταν ο Κεμάλ απέλασε τον Πατριάρχη Κωνσταντίνο ΣΤ’ - Ο ύποπτος ρόλος του Τούρκου «παπα-Ευθύμ» που έκανε «μεγαλύτερη ζημιά από ένα σώμα στρατού»

Για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τα επιμέρους γεγονότα τους θα χρειαζόταν να γράψει κάποιος αμέτρητες σελίδες. Δυστυχώς, αμέτρητα είναι και τα λάθη των ελληνικών κυβερνήσεων στις σχέσεις μας με την Τουρκία, τα τελευταία 100 χρόνια. Και πάντα θα αναφερόμαστε στο γεγονός, ότι οι Ελληνίδες και οι Έλληνες δεν γνωρίζουν πολλά από αυτά, καθώς η ελληνική Πολιτεία δεν φροντίζει να τα συμπεριλάβει στα σχολικά βιβλία.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα, όσα ακολούθησαν την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης, την οποία η Τουρκία άρχισε να παραβιάζει αμέσως μετά την επικύρωσή της! Πρώτο θύμα της ήταν ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντίνος Στ’, ο οποίος με ανυπόστατα επιχειρήματα απελάθηκε στην Ελλάδα όπου έζησε ως τον θάνατό του.

Όταν ο Κεμάλ απέλασε τον Πατριάρχη Κωνσταντίνο ΣΤ’ - Ο ύποπτος ρόλος του Τούρκου «παπα-Ευθύμ»  που έκανε «μεγαλύτερη ζημιά από ένα σώμα στρατού»
Ευθύμιος Καραχισαρίδης ή παπα-Ευθύμ


Οι Τούρκοι ήθελαν να εκδιώξουν το Οικουμενικό Πατριαρχείο από την Κωνσταντινούπολη. Επειδή δεν το κατάφεραν αυτό με τις συνηθισμένες δόλιες ενέργειές τους αξιοποίησαν τον παπα-Ευθύμ. Έναν τουρκόφωνο ορθόδοξο ιερέα (Ευθύμιος Καραχισαρίδης ήταν το όνομά του) που αυτοανακηρύχτηκε το 1923 αρχηγός των Τούρκων Ορθοδόξων και επιχείρησε την κατάληψη του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Μια φράση του Κεμάλ για τον παπα Ευθύμ, που χαράχτηκε στον τάφο του μάλιστα συμπυκνώνει όλα όσα θα διαβάσετε στο σημερινό μας άρθρο.

Όταν ο Κεμάλ απέλασε τον Πατριάρχη Κωνσταντίνο ΣΤ’ - Ο ύποπτος ρόλος του Τούρκου «παπα-Ευθύμ»  που έκανε «μεγαλύτερη ζημιά από ένα σώμα στρατού»
Ο τάφος του παπα-Ευθύμ με τα λόγια του Κεμάλ χαραγμένα πάνω του


Η απέλαση του Οικουμενικού Πατριάρχη

Με το Διάταγμα 1092 του 1923 η Τουρκία χαρακτήρισε το Οικουμενικό Πατριαρχείο θεσμό του τουρκικού Δικαίου και αμφισβήτησε την οικουμενικότητα του Πατριάρχη, κάτι που κάνει μέχρι σήμερα, αποκαλώντας τον «Αρχιπαπά των Ρωμιών»! Μετά τον θάνατο του Πατριάρχη Γρηγορίου Ζ’ εκλέχτηκε Οικουμενικός Πατριάρχης ο Κωνσταντίνος ΣΤ’ (17/12/1924). Απελάθηκε όμως, γιατί θεωρήθηκε ανταλλάξιμος, γεγονός που οδηγούσε σε διακοπή των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Το γεγονός αυτό αφύπνισε την ελληνική πολιτική ηγεσία. Ο Γεώργιος Καφαντάρης θεώρησε ότι με την τουρκική αυτή ενέργεια, τελείωνε, πριν καν αρχίσει, η περίοδος φιλίας και συνεργασίας στα Βαλκάνια. Ο Θ. Πάγκαλος, που θυμίζουμε ότι με τη Στρατιά του Έβρου επιθυμούσε να κινηθεί προς την Κωνσταντινούπολη, λίγο πριν την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης, τόνισε ότι το συμβάν αυτό θα αφύπνιζε τους ρομαντικούς και αισιόδοξους, οι οποίοι θα καταλάβαιναν πόσο δίκιο είχαν οι ρεαλιστές.

Ο Πατριάρχης κλήθηκε την παραμονή της εκλογής του, ενώπιον της Μικτής Ελληνοτουρκικής Επιτροπής Ανταλλαγής, η οποία του γνωστοποίησε επιστολή του βαλή (νομάρχη Κωνσταντινουπόλεως), που βεβαίωνε ότι ο Κωνσταντίνος Αράμπογλου ή Καρατζόπουλος (κοσμικό όνομα του Πατριάρχη) καταγόταν από την Προύσα και ήταν ανταλλάξιμος, συνεπώς έπρεπε να του δοθεί διαβατήριο για την Ελλάδα. Ο Πατριάρχης, που καταγόταν από τη Σιγή της Βιθυνίας του νομού Προύσης επικαλέστηκε όσα είχαν συμφωνηθεί στη Λωζάνη και υποστήριξε, διορατικά, ότι τυχόν υπαγωγή των αξιωματούχων του Οικουμενικού Πατριαρχείου στους ανταλλάξιμους, θα σήμαινε μακροπρόθεσμα τη διάλυση του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η Επιτροπή τον έκρινε μεν ως ανταλλάξιμο, αλλά δεν πήρε θέση για το αν ο Κωνσταντίνος Στ’ ήταν κατάλληλος για Πατριάρχης.

Έτσι, ουσιαστικά έδινε το πράσινο φως στην Τουρκία να τον απελάσει. Πραγματικά, οι Τούρκοι ασκώντας κυριαρχικό δικαίωμα απέλασαν τον Κωνσταντίνο ΣΤ’ επιβιβάζοντάς τον βίαια σε ένα τρένο για τη Θεσσαλονίκη, με συνοπτικές διαδικασίες, χωρίς καμία προειδοποίηση… Η κυβέρνηση του, βενιζελικού, Ανδρέα Μιχαλακόπουλου που είχε διαδεχθεί την κυβέρνηση Θ. Σοφούλη τον Οκτώβριο του 1924, μάλλον αιφνιδιάστηκε και ζήτησε να παραπεμφθεί το θέμα στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Η Τουρκία εκμεταλλευόμενη την απόφαση της Μικτής Επιτροπής απάντησε ότι δεν επρόκειτο για εγκατεστημένους, συνεπώς δεν υπήρχε λόγος για προσφυγή στη Χάγη. Ακολούθησαν συνομιλίες μεταξύ εκπροσώπων του Οικουμενικού Πατριαρχείου με το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών.

Με αυτές αναγνωρίστηκε η αρμοδιότητα του τουρκικού Υπουργείου στο Πατριαρχείο. Ενώ επρόκειτο να υπογραφεί η σχετική συμφωνία οι Τούρκοι σκλήρυναν τη στάση τους ζητώντας να θεωρηθούν ανταλλάξιμοι οι Μητροπολίτες που μετείχαν στην Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείου. Μια, αναπάντεχη επανάσταση των Κούρδων, τους έκανε να εγκαταλείψουν το αίτημα αυτό. Η ελληνική κυβέρνηση δεν έκρυβε τη διάθεσή της για συμβιβασμό. Ο απελαθείς Πατριάρχης Κωνσταντίνος ΣΤ’ παραιτήθηκε και εγκαταστάθηκε στη Νέα Φιλαδέλφεια της Αττικής, όπου έζησε ως το τέλος της ζωής του, το 1930 (είχε γεννηθεί το 1859). Προς τιμήν του υπάρχει σήμερα εκεί η ομώνυμη πλατεία. Όταν απεβίωσε ενταφιάστηκε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών. Κατά τη διάρκεια της κρίσης, ο Βρετανός πρεσβευτής στην Αθήνα έδωσε συγχαρητήρια στον Μιχαλακόπουλο για τη μετριοπάθειά του. Όμως σε εμπιστευτική έκθεσή προς την κυβέρνησή του (επι)βεβαίωνε ότι η όλη ρύθμιση ευνοούσε την Τουρκία.

Ο παπα-Ευθύμ και οι «τουρκορθόδοξοι»

Οι ενέργειες απέλασης του Πατριάρχη ενθάρρυναν τον τουρκόφωνο Ορθόδοξο ιερέα, παπά-Ευθύμ να αυτοανακηρυχθεί το 1923 αρχηγός των Τούρκων Ορθοδόξων και να επιχειρήσει την κατάληψη του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ποιος ήταν όμως ο παπά – Ευθύμ;

Όταν ο Κεμάλ απέλασε τον Πατριάρχη Κωνσταντίνο ΣΤ’ - Ο ύποπτος ρόλος του Τούρκου «παπα-Ευθύμ»  που έκανε «μεγαλύτερη ζημιά από ένα σώμα στρατού»
Ο παπα-Ευθύμ


Λεγόταν Ευθύμιος Καραχισαρίδης (μάλλον δεν το γνώριζαν ο Χάρης Ρώμας και η Άννα Χατζησοφιά όταν «βάφτισαν» Πέγκυ Καραχισαρίδου τη Μαρία Λεκάκη στο θρυλικό «Κωνσταντίνου και Ελένης»). Γεννήθηκε το 1884 στο Ακαμαντενί της Γιοζγκάτης και στράφηκε κατά του Οικουμενικού Πατριαρχείου από τη λήξη του Α’ ΠΠ. Κατά τη μικρασιατική εκστρατεία πήρε το μέρος του Κεμάλ. Ίδρυσε μάλιστα νοσοκομείο για την περίθαλψη των Τούρκων στρατιωτών που είχαν τραυματιστεί. Την 1η Μαΐου 1921 η Τουρκική Εθνοσυνέλευση αποφάσισε να ιδρύσει Εκκλησία τουρκορθόδοξων.

Όταν ο Κεμάλ απέλασε τον Πατριάρχη Κωνσταντίνο ΣΤ’ - Ο ύποπτος ρόλος του Τούρκου «παπα-Ευθύμ»  που έκανε «μεγαλύτερη ζημιά από ένα σώμα στρατού»
Ο παπα-Ευθύμ με τουρκορθόδοξους


Η κεμαλική κυβέρνηση πίεζε τον Μητροπολίτη Ικονίου Προκόπιο να ανακηρύξει τουρκορθόδοξη Εκκλησία μαζί με τους Επισκόπους Πατάρων Μελέτιο και Σεβαστείας Γερβάσιο. Παρά την αποτυχία της προσπάθειας αυτής συγκλήθηκε γι’ αυτό τον σκοπό Σύνοδος στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, με 72 εκπροσώπους τουρκοφώνων Ορθοδόξων κοινοτήτων και ο παπά-Ευθύμ ανακηρύχθηκε «γενικός αρχιερατικός Επίτροπος και πληρεξούσιος της τουρκορθόδοξης Εκκλησίας της Ανατολής».

Τον Σεπτέμβριο του 1923 ο παπα-Ευθύμ και η οικογένειά του εξαιρέθηκαν από την ανταλλαγή και μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Τον επόμενο μήνα, κατά τη συνεδρία της Συνόδου για εκλογή Πατριάρχη προσπάθησε να μπει στην αίθουσα συνεδριάσεων με την επιμονή των Τούρκων. Το Πατριαρχείο τον διόρισε αποκρισάριο (πληρεξούσιο) στην Άγκυρα. Ο παπα-Ευθύμ όμως επέστρεψε για να επιβάλει ως Πατριάρχη τον συμπατριώτη του Μητροπολίτη Ροδοπόλεως Κύριλλο, ο οποίος βρισκόταν σε κεμαλική περιφέρεια.

Τελικά, Πατριάρχης εκλέχτηκε ο Γρηγόριος Ζ’ (1885-1924). Δύο μέρες πριν την ενθρόνιση του νέου Πατριάρχη όμως, ο παπα-Ευθύμ εισέβαλε με Τουρκολαζούς στο Πατριαρχείο και προέβη σε λεηλασίες. Ο Πατριάρχης με τη βοήθεια της Αστυνομίας τον απομάκρυνε, τον έπαυσε από αποκρισάριο και το Συνοδικό Δικαστήριο τον καθαίρεσε. Ο παπα-Ευθύμ μήνυσε τον Πατριάρχη και τα τουρκικά δικαστήρια των δικαίωσαν. Αναγκάστηκε έτσι ο Πατριάρχης να πληρώσει πρόστιμο 50 λιρών και 500 λίρες για ψυχική οδύνη στον παπα-Ευθύμ. Τον Ιούλιο του 1924 ο παπα-Ευθύμ κατέλαβε τον ναό της Παναγίας Καφατιανής στον Γαλατά για τις ανάγκες του ποιμνίου του.

Όταν ο Κεμάλ απέλασε τον Πατριάρχη Κωνσταντίνο ΣΤ’ - Ο ύποπτος ρόλος του Τούρκου «παπα-Ευθύμ»  που έκανε «μεγαλύτερη ζημιά από ένα σώμα στρατού»
Η είσοδος του τουρκορθόδοξου πατριαρχείου


Το ίδιο έκανε το 1926 με τον γειτονικό ναό του Σωτήρος. Έτσι απέκτησε όλη την κοινοτική περιουσία της πλούσιας ενορίας του Γαλατά. Ο παπα-Ευθύμ με πλαστό έγγραφο περί χειροτονίας από τους Μητροπολίτες Βεροίας (του σημερινού Χαλεπίου της Συρίας), Νεοκαισάρειας και Ροδοπόλεως εμφανίστηκε ως επίσκοπος. Το ποίμνιό του ήταν ομογενείς που πίστευαν ότι οι Τούρκοι θα τους συμπεριφέρονταν καλά, όμως διαψεύστηκαν και εγκατέλειψαν τον παπα-Ευθύμ.

Ο παπα-Ευθύμ, υποκινούμενος από τον Κεμάλ καλλιέργησε την, πραγματικά απίστευτη, θεωρία ότι οι Ορθόδοξοι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης που κατάγονταν από την Καππαδοκία δεν ήταν Έλληνες αλλά εκχριστιανισμένοι Τούρκοι! Έκανε λόγο δηλαδή για βίαιους εκχριστιανισμούς Μουσουλμάνων Τούρκων, κάτι που και οι πλέον ακραίοι Τούρκοι εθνικιστές δεν γνωρίζουμε να το έχουν αναφέρει. Το 1935, η τουρκική κυβέρνηση διόρισε εκπρόσωπο της ελληνικής μειονότητας στην Εθνοσυνέλευση και επίτροπο στα φιλανθρωπικά ιδρύματα του Μπαλουκλή, τον δικηγόρο Σταμάτη Ζίχνη, συνεργάτη του παπα-Ευθύμ. Το 1964, ο παπα-Ευθύμ κατέλαβε όλα τα εκκλησιαστικά ιδρύματα της περιοχής του Γαλατά (τρεις ναούς, δύο σχολεία και 52 ακίνητα καθώς και τους ναούς του αγίου Ιωάννου των Χίων και του αγίου Νικολάου) με τους γιους του Τουργκούτ και Σελτζούκ. Τα τουρκικά δικαστήρια το 1973 νομιμοποίησαν την παρανομία.

Όταν ο Κεμάλ απέλασε τον Πατριάρχη Κωνσταντίνο ΣΤ’ - Ο ύποπτος ρόλος του Τούρκου «παπα-Ευθύμ»  που έκανε «μεγαλύτερη ζημιά από ένα σώμα στρατού»
Το τουρκορθόδοξο πατριαρχείο


Όταν ο παπα-Ευθύμ πέθανε το 1968, ενταφιάστηκε στο Ελληνορθόδοξο νεκροταφείο στο Σισλί της Κων/πολης, παρά την αντίθεση του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Στον τάφο του υπάρχει πατριαρχική μίτρα, ενώ αναγράφονται τα λόγια που είπε ο Κεμάλ γι’ αυτόν και συμπυκνώνουν όλη τη δράση του: «Αυτός ο παπάς προσέφερε στην Τουρκία πολύ περισσότερα απ΄ ό, τι ένα Σώμα Στρατού». Τον παπα-Ευθύμ διαδέχτηκε ο γιος του Τουργκούτ, γιατρός αναισθησιολόγος, ως Ευθύμ Β’ τον οποίο είχε χειροτονήσει ως επίσκοπο ο πατέρας του. Τον Τουργκούτ διαδέχτηκε ο γιος του Ερενερόλ που πέθανε το 1996. Μετά το 1989, για να αναβαθμίσουν την τουρκορθόδοξη εκκλησία, οι Τούρκοι προσπάθησαν να προσεγγίσουν τους 300.000 τουρκόφωνους αλλά Ορθόδοξους Γκαγκαούζους της Μολδαβίας, χωρίς όμως να καταφέρουν κάτι το ιδιαίτερο. Πάντως, η τότε ελληνική κυβέρνηση δεν ενδιαφέρθηκε καθόλου για το θέμα.

Όταν ο Κεμάλ απέλασε τον Πατριάρχη Κωνσταντίνο ΣΤ’ - Ο ύποπτος ρόλος του Τούρκου «παπα-Ευθύμ»  που έκανε «μεγαλύτερη ζημιά από ένα σώμα στρατού»
Γκαγκαούζος Ορθόδοξος ιερέας


Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι κάποια στιγμή, ο παπα-Ευθύμ απευθύνθηκε στον ομογενή Σταύρο Θωμαρεΐζη και του ζήτησε να μεσολαβήσει στην ελληνική κυβέρνηση για να του δοθεί μια θέση εφημέριου και να σπουδάσει στην Αθήνα τα παιδιά του. Όμως οι αρμόδιοι του Υπουργείου Εξωτερικών εξαγριώθηκαν, αρνήθηκαν να ικανοποιήσουν το αίτημα του παπα-Ευθύμ ο οποίος παρέμεινε στην Τουρκία δημιουργώντας προβλήματα στους Έλληνες ομογενείς…

Η προσπάθεια των Τούρκων να εκδιώξουν το Οικουμενικό Πατριαρχείο από την Κων/πολη

Οι δημόσιες δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων ότι σέβονται τις μειονότητες και τους θρησκευτικούς λειτουργούς τους, μόνο ως ατάκα σπαρταριστής κωμωδίας μπορεί να «σταθεί». Οι Τούρκοι υπονομεύουν με κάθε τρόπο το Οικουμενικό Πατριαρχείο και επιδιώκουν να υπνομεύσουν τον θεσμό. Αυτό ξεκίνησε αμέσως μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης. Στις 14/6/1925 διώχθηκαν ποινικά ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βασίλειος Β’ (1925-1929) και η Ιερά Σύνοδος γιατί συνεδρίασαν στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης (των Πριγκιποννήσων) και όχι στο Φανάρι όπου βρίσκεται η έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου από το 1601. Το 1926 απαγορεύτηκε στο Πατριαρχείο να συγκαλέσει Πανορθόδοξο Συνέδριο. Το 1971 η Τουρκία έκλεισε αυθαίρετα τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης και χρησιμοποιεί το παράνομο τετελεσμένο που η ίδια δημιούργησε ως διαπραγματευτικό χαρτί…

Όταν ο Κεμάλ απέλασε τον Πατριάρχη Κωνσταντίνο ΣΤ’ - Ο ύποπτος ρόλος του Τούρκου «παπα-Ευθύμ»  που έκανε «μεγαλύτερη ζημιά από ένα σώμα στρατού»
Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης που παραμένει παράνομα κλειστή από το 1971


Οι Τούρκοι δεν αρκέστηκαν όμως στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, αλλά «καταδίωξαν» τους ομογενείς και τα ελληνικά σχολεία και ιδρύματα. Οι Έλληνες δικηγόροι αποβλήθηκαν από τον Δικηγορικό Σύλλογο της Κωνσταντινούπολης, απαγορεύτηκε η λειτουργία κοινωφελών ιδρυμάτων, όπως του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου, το 1925, του Ζαππείου Παρθεναγωγείου το 1925-26 (για μια διετία), της Πατριαρχικής Σχολής και της Εμπορικής Σχολής της Χάλκης. Εκτός από τη διδασκαλία της τουρκικής γλώσσας, έγινε υποχρεωτική η διδασκαλία από Τούρκους δασκάλους που διορίστηκαν σε μειονοτικά σχολεία και η διδασκαλία της τουρκικής γλώσσας, γεωγραφίας και πατριδογνωσίας.

Όταν ο Κεμάλ απέλασε τον Πατριάρχη Κωνσταντίνο ΣΤ’ - Ο ύποπτος ρόλος του Τούρκου «παπα-Ευθύμ»  που έκανε «μεγαλύτερη ζημιά από ένα σώμα στρατού»
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο στο Φανάρι


Το 1936 έγινε υποχρεωτική η διδασκαλία στα τουρκικά όλων των μαθημάτων εκτός της Ελληνικής. Απαγορεύτηκε στα ιδρύματα η απόκτηση ακινήτων με αγορά ή από διαθήκη. Επιβλήθηκε υποχρεωτικά ο πολιτικός γάμος (1926) στο πλαίσιο της εισαγωγής του Ελβετικού Αστικού Κώδικα. Οι Έλληνες ιεράρχες αντέδρασαν. Στο πλαίσιο της εισαγωγής του Ελβετικού Αστικού Κώδικα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο στερήθηκε την ιδιότητά του ως Νομικό Πρόσωπο. Αυτό του στέρησε τη δυνατότητα διαχειριστικής εκπροσώπησης στις εκκλησιαστικές επιτροπές βακουφίων, με συνέπεια η μεγάλη ακίνητη περιουσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου να κατασχεθεί και να περάσει στη δικαιοδοσία του τουρκικού κράτους. Απαγορεύτηκε σε όλους τους Έλληνες κληρικούς η ρασοφορία, κάτι που συνεχίζεται μέχρι σήμερα (εντός ναού βέβαια, οι ιερείς φορούν τα άμφιά τους). Μόνο ο Οικουμενικός Πατριάρχης επιτρέπεται να φορά τη στολή του δημόσια. Με νόμο αφαιρέθηκε η τουρκική υπηκοότητα απ’ όσους ομογενείς εγκατέλειψαν την Τουρκία το 1923 και δεν επανήλθαν σ’ αυτή ως το 1927. Η Ελλάδα προσέφυγε στην Κοινωνία των Εθνών, δικαιώθηκε, αλλά η Τουρκία, κατά την πάγια τακτική της, αρνήθηκε να συμμορφωθεί…

Πηγή: Νικόλαος Π. Σοϊλεντάκης, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΘΡΑΚΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ», ΤΟΜΟΣ Β’, Β’ Έκδοση, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΖΗΣΗ, ΑΘΗΝΑ 2004

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

ΣΧΟΛΙΑ