Το σύμβολο μιας εποχής σε αφασία
Χρήστος Μαγειρίας, αγροτοκτηνοτρόφος
*ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΤΕΛΟΠΟΥΛΟΥ
Yπάρχουν πρόσωπα που δεν τα κατασκευάζει η επικαιρότητα, απλώς τα αποκαλύπτει. Πρόσωπα που δεν χρειάζονται ούτε σκηνοθεσία ούτε υπερβολές. Φτάνει να τα δεις, να τα ακούσεις, και καταλαβαίνεις αμέσως ότι συμπυκνώνουν κάτι μεγαλύτερο από τον εαυτό τους.
Ο Χρήστος Μαγειρίας είναι ένα τέτοιο πρόσωπο. Δεν είναι απλώς ένας μάρτυρας σε ένα σκάνδαλο, ούτε ένας παροδικός «ήρωας» των social media. Είναι, με έναν παράδοξα «γοητευτικό» τρόπο, η ενσάρκωση μιας ολόκληρης νοοτροπίας που για χρόνια τροφοδότησε το σύστημα επιδοτήσεων στη χώρα: συνηθισμένοι άνθρωποι που αντιμετώπισαν την ασυδοσία σαν αυτονόητο δικαίωμα και την κανονικότητα σαν παρεξήγηση.
Διότι ο Μαγειρίας δεν είναι απλώς μια αστεία λεπτομέρεια μέσα στη δίνη ενός σοβαρού σκανδάλου. Είναι ένα στιγμιότυπο συλλογικής νοοτροπίας. Ενας άνθρωπος που δεν υποδύθηκε τον ανυποψίαστο. Ηταν πραγματικά ανυποψίαστος. Η φυσικότητά του δεν ήταν ρόλος, ήταν βεβαιότητα. Βεβαιότητα πως το σύστημα των επιδοτήσεων λειτουργεί έτσι όπως το έζησε: χωρίς σαφή όρια, χωρίς πραγματικό έλεγχο, χωρίς την παραμικρή αίσθηση ότι κάπου υπάρχει ευθύνη.
Γι’ αυτό και η περιβόητη Ferrari, που εμφανίστηκε στη δημόσια συζήτηση με την ίδια άνεση που εμφανίζεται ένα καινούργιο γεωργικό εργαλείο, μοιάζει σχεδόν συμβολική. Οχι ως επίδειξη, αλλά ως απόδειξη της λογικής: «Ο,τι έχουμε είναι φυσιολογικό - κι ό,τι ρωτάτε, περιττό». Η μετάβαση από το χωράφι στο καπό δεν ήταν για εκείνον κοινωνικό άλμα∙ ήταν καθημερινότητα. Αυτό είναι το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο της υπόθεσης: ότι ο ίδιος δεν είδε, ούτε για μια στιγμή, το παράδοξο. Το παράδοξο το είδαμε εμείς, όχι εκείνος.
Το ίδιο και με τις αφηγήσεις για τα δελτία, τις επιδοτήσεις, τα οικογενειακά περιουσιακά στοιχεία, τις ιστορίες με φαγωμένα ζώα, χορούς, κληρονομιές και επιδοτούμενες εκτάσεις. Ολα ειπωμένα με εξάρσεις αγανάκτησης αλλά και με μια εσάνς αφασίας, ανάλογη ενός ανθρώπου που πιστεύει βαθιά πως η χώρα λειτούργησε έτσι: με χαλαρότητα, με ανοχές, με μια θεσμική αμεριμνησία που γεννούσε καθημερινά μικρές ευκολίες και μεγάλες ευκαιρίες για ημετέρους.
Και βέβαια, μετά τον εκνευρισμό σειρά είχε μια αφοπλιστική ηρεμία, ενώ ταυτόχρονα εμφανιζόταν και κάτι ακόμη: ένας λόγος συχνά σπασμένος, μια αφήγηση που άλλαζε κατευθύνσεις, μια λεκτική ανορθογραφία και μια ασυναρτησία, όπου η γραμματική και το συντακτικό έμοιαζαν να έχουν αποχωρήσει διακριτικά από την αίθουσα της εξεταστικής, αφήνοντάς τον να περιγράφει τα γεγονότα. Κι όσο «άπληστα» κι αν ήταν τα ελληνικά του -όπως ο ίδιος παρατήρησε μπερδεύοντας το «άπταιστα»- ο τρόπος που μιλούσε ήταν σχεδόν μεταφορά του ίδιου του συστήματος: προτάσεις χωρίς τελείες, κανόνες χωρίς όρια.
Κι εδώ ακριβώς ταιριάζει η λεπτομέρεια που ο ίδιος ανέφερε: ο πατέρας του υπήρξε κάποτε χορευτής στη Δόρα Στράτου. Μια εικόνα που θα περνούσε απαρατήρητη, αν δεν συνέβαινε να λειτουργεί σαν τέλεια μεταφορά. Γιατί όσα συνέβησαν όλα αυτά τα χρόνια με τις καταχρηστικές επιδοτήσεις δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια μεγάλη εθνική χορογραφία: πιρουέτες γύρω από τους κανονισμούς, φιγούρες που απέφευγαν επιδέξια τον έλεγχο.
Εκεί ακριβώς, ο Μαγειρίας γίνεται κάτι παραπάνω από πρόσωπο. Γίνεται σύμβολο. Οχι του σκανδάλου ως τεχνικού μηχανισμού, αλλά της αφετηρίας του. Γιατί κάθε σκάνδαλο, πριν γίνει υπόθεση εισαγγελέων, ήταν πρώτα μια συνήθεια: μια κοινωνία ολόκληρη που έμαθε να βλέπει τους πόρους ως ευκαιρία, τις επιδοτήσεις ως δικαίωμα χωρίς υποχρέωση και την ευθύνη ως γραφειοκρατική ταλαιπωρία. Εκείνος απλώς το είπε φωναχτά, με την αθωότητα κάποιου που δεν φαντάστηκε ότι αυτή η εποχή έφτασε στο τέλος της.
Ο Μαγειρίας δεν σοκάρει μόνο επειδή πρωταγωνίστησε σε μια υπόθεση. Σοκάρει επειδή δεν αντιλαμβάνεται ότι πρωταγωνιστεί. Αυτό κάνει τη μορφή του ανελέητα αποκαλυπτική. Διότι δείχνει ότι η κατάχρηση επιδοτήσεων δεν στηρίχθηκε μόνο σε μηχανισμούς, αλλά σε μια νοοτροπία που θεώρησε επί δεκαετίες ότι όλα αυτά -τα μεγάλα, τα μικρά, τα αδιανόητα- είναι το «πώς τα κάνουμε εδώ». Μια νοοτροπία που δεν είχε ποτέ την αίσθηση του ορίου, ακριβώς επειδή δεν έμαθε να αντιμετωπίζει το όριο ως κάτι πραγματικό.
Ετσι, ο αγρότης με τη Ferrari δεν είναι η καρικατούρα που κάποιοι έσπευσαν να δουν. Είναι μια υπενθύμιση, καθόλου ευχάριστη, αλλά απολύτως αναγκαία. Οτι πίσω από τους αριθμούς, τα δελτία, τις δηλώσεις και τα βοσκοτόπια, υπάρχει μια κουλτούρα ευκολίας που έφτιαξε το έδαφος πάνω στο οποίο άνθησαν τα σκάνδαλα. Κι όταν αυτή η κουλτούρα εκτίθεται στο φως, δεν χρειάζεται υπερβολές για να γίνει δυσάρεστη, αρκεί ένας άνθρωπος που μιλά όπως έμαθε να ζει.
Αν κάτι μας αφήνει η περίπτωση Μαγειρία, δεν είναι η εντύπωση ενός ιδιαίτερου προσώπου. Είναι η επίγνωση ότι για χρόνια ολόκληρα η χώρα πορεύτηκε με μια παράδοξη αυτοπεποίθηση: πως ό,τι γίνεται πίσω από τα χαρτιά και τις δηλώσεις είναι φυσιολογικό, αναμενόμενο και κυρίως ατιμώρητο. Κι όταν ο λογαριασμός ήρθε, ήρθε με τη μορφή ενός ανθρώπου που πίστεψε πραγματικά πως δεν είχε τίποτα να εξηγήσει.
Συνεπώς, ο κ. Μαγειρίας δεν μας κοιτάζει ως ένοχος. Μας κοιτάζει σαν κάποιος που δεν καταλαβαίνει γιατί τον κοιτάμε. Και ίσως, μέσα σε αυτή την απορία, κρύβεται ολόκληρη η αλήθεια του σκανδάλου.
Γιατί τoν επιλέξαμε
Τον επιλέξαμε γιατί η περίπτωσή του φωτίζει, με τρόπο σχεδόν παραβολικό, όσα ανέδειξε η εξεταστική για τον ΟΠΕΚΕΠΕ: μια νοοτροπία χαλαρής λογοδοσίας, αυτονόητης ασυδοσίας, με καθημερινές «πιρουέτες» γύρω από τους κανόνες. Ο Μαγειρίας δεν είναι η εξαίρεση. Είναι το πρόσωπο που εξηγεί το πρόβλημα.
*πηγή: από την έντυπη έκδοση της "Εφημερίδας των Συντακτών" (στήλη "Προσωπική Υπόθεση) - efsyn.gr
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ
-
Χαμογέλασε ο Άρης στη ματσάρα του Ιβανώφειου
13 Δεκεμβρίου 2025 -
«Η Αριστερά και οι Πράσινοι πρέπει να προωθούν κοινές πολιτικές στην Ευρώπη»
13 Δεκεμβρίου 2025 -
Εκκλήσεις για διάλογο από Μαξίμου μετά το βροντερό «όχι» των αγροτών
13 Δεκεμβρίου 2025
ΣΧΟΛΙΑ