Ιντζές: «Το νομοσχέδιο Δένδια οδηγεί σε αποσύνθεση των Ενόπλων Δυνάμεων»
O Αντιστράτηγος ε.α. Ιωάννης Ιντζές, διευθυντής του πολιτικού γραφείου του προέδρου της ΝΙΚΗΣ Δημήτρη Νατσιού, μίλησε στο militaire.gr και στον Πάρι Καρβουνόπουλο για το νέο νομοσχέδιο του υπουργείου Άμυνας, το οποίο έχει προκαλέσει κύμα αντιδράσεων στο προσωπικό.
Με τη γνώση ενός αξιωματικού που έζησε το στράτευμα από μέσα για δεκαετίες, ο κ. Ιντζές περιέγραψε μια κατάσταση «ριζικής ανατροπής» στη δομή και λειτουργία του στρατεύματος, η οποία, όπως τόνισε, «δεν υπηρετεί ούτε το προσωπικό ούτε το εθνικό συμφέρον».
Από την πρώτη στιγμή ξεκαθάρισε ότι το νομοσχέδιο αλλάζει θεμελιωδώς την υπηρεσιακή πραγματικότητα στελεχών που για χρόνια γνώριζαν με ακρίβεια ποια είναι τα δικαιώματα, οι εξελίξεις και οι προοπτικές τους. «Αυτή η αίσθηση προβλεψιμότητας», είπε, «είναι στοιχείο όχι μόνο υπηρεσιακής κανονικότητας αλλά και ψυχικής ασφάλειας για έναν στρατό που απαιτεί αφοσίωση, πειθαρχία και επαγγελματισμό». Κατά τον ίδιο, το νομοσχέδιο δημιουργεί μια ατμόσφαιρα αβεβαιότητας και ανασφάλειας, μετατρέποντας θεμελιώδη στοιχεία σταδιοδρομίας σε μεταβλητές που μπορούν να αλλάξουν «σε ένα βράδυ».
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στους μόνιμους υπαξιωματικούς και στους ΕΠΟΠ, τονίζοντας ότι η πρόβλεψη να παραμείνουν καθηλωμένοι στον βαθμό τους μέχρι την αποστρατεία τους αποτελεί κατάφωρη αδικία. Για όσους προέρχονται από τις σχολές υπαξιωματικών προ του 2008, αλλά και για τους ΕΠΟΠ της περιόδου 2004 και πριν, η υπηρεσιακή εξέλιξη παγώνει οριστικά, οδηγώντας σε αυτό που ο ίδιος ονόμασε «στρατό δύο ταχυτήτων» και σε έναν βαθύ διχασμό που υπονομεύει την συνοχή του προσωπικού. Κατά τον ίδιο, αυτή η ρύθμιση δεν εξυπηρετεί κανέναν λειτουργικό σκοπό και ανατρέπει μια πρακτική δεκαετιών, όπου οι απόφοιτοι των σχολών υπαξιωματικών αποτελούσαν πολύτιμο στελεχιακό δυναμικό για όλες τις μονάδες.
Στο ίδιο πλαίσιο αναφέρθηκε και στη ρύθμιση για τους μαθητές των στρατιωτικών σχολών, επισημαίνοντας ότι η διαφοροποίηση της μισθολογικής αφετηρίας μεταξύ Ευελπίδων και ΣΜΥ θυμίζει ταξική κατηγοριοποίηση που δεν έχει θέση στις Ένοπλες Δυνάμεις. Υπενθύμισε ότι για πολλές οικογένειες η οικονομική δυνατότητα να συντηρήσουν ένα παιδί σε σχολή μακριά από την έδρα τους είναι πλέον περιορισμένη και πως η πολιτεία αντί να ενισχύει τους νέους που επιλέγουν να υπηρετήσουν, τους διχάζει με ακατανόητες ανισότητες.
Το πιο έντονο μέρος της κριτικής του, ωστόσο, στράφηκε στη φιλοσοφία της νέας θητείας που εισάγει το νομοσχέδιο. Ονομάζοντας την πρόβλεψη για «κέντρα δια βίου μάθησης εντός του στρατεύματος» ως μια εκτροπή από την αποστολή των Ενόπλων Δυνάμεων, διερωτήθηκε πώς είναι δυνατόν να λειτουργήσει ένα σύστημα στο οποίο στρατεύσιμοι θα παρακολουθούν εκπαιδεύσεις από πολίτες εκπαιδευτές ή από εξωτερικά ιδιωτικά κέντρα, προκειμένου να αποκτήσουν «δεξιότητες» για την αγορά εργασίας. Υπογράμμισε ότι τέτοιες επιλογές καταργούν τον πυρήνα της στρατιωτικής εκπαίδευσης, που είναι η ανάδειξη μαχητή, η πειθαρχία, η αντοχή και η ετοιμότητα. «Δεν είναι αυτή η αποστολή των Ενόπλων Δυνάμεων», σημείωσε χαρακτηριστικά, εξηγώντας ότι η κυβέρνηση επιχειρεί να μετατρέψει τον στρατό σε εκπαιδευτικό μηχανισμό, εις βάρος της μαχητικής ικανότητας.
Ανυπότακτοι και γυναίκες
Αναφέρθηκε επίσης εκτενώς στο πρόβλημα των ανυπότακτων, υπογραμμίζοντας ότι ο αριθμός 36.600 για το 2024 αντιστοιχεί σε δύναμη δύο μεραρχιών. Τόνισε ότι το νομοσχέδιο δεν προβλέπει κανένα ουσιαστικό αντικίνητρο, ενώ ακόμη και η αύξηση του προστίμου μετατέθηκε για το 2031, υπονοώντας ότι η κυβέρνηση δεν θέλει να δυσαρεστήσει την κρίσιμη δεξαμενή νέων ανδρών που παραμένουν εκτός θητείας. Η κατάσταση αυτή όπως είπε, «οδηγεί σε στρέβλωση της ισονομίας και αφήνει τον στρατό με χρόνια προβλήματα επάνδρωσης που δεν αντιμετωπίζονται».
Στο θέμα της εθελοντικής στράτευσης των γυναικών, ο κ. Ιντζές ανέδειξε τις αντιφάσεις της κυβέρνησης, η οποία αρχικά είχε υποσχεθεί μοριοδότηση για πρόσληψη στο Δημόσιο, ρύθμιση που τελικά αποσύρθηκε επειδή δημιουργούσε ανισότητες εις βάρος των ανδρών που υπηρετούν υποχρεωτικά. Για τον ίδιο, η ελληνική κοινωνία δεν έχει ανάγκη τέτοιου είδους πειραματισμούς, ιδίως όταν υπάρχουν άλλες ρεαλιστικές λύσεις όπως η επιστροφή στο στράτευμα χιλιάδων νέων που μετανάστευσαν τα χρόνια της κρίσης ή η ορθολογική αξιοποίηση των ήδη υπηρετούντων σε επιτελεία και γραφεία.
Ένα μεγάλο μέρος της συζήτησης επικεντρώθηκε στον φόβο ότι το νομοσχέδιο σηματοδοτεί μια βαθιά μετατόπιση του προσανατολισμού των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Ο κ. Ιντζές εξέφρασε την ανησυχία ότι η νέα προσέγγιση δεν υπηρετεί τον εθνικό στρατό που έχει ανάγκη η χώρα, αλλά μοντέλα συμβατά με ευρωστρατούς ή δομές εξωτερικής χρήσης. Στο σημείο αυτό παρέθεσε το παράδειγμα του άρθρου που περιγράφει την αποστολή των ανώτατων στρατιωτικών σχολών, επισημαίνοντας ότι απουσιάζει παντελώς η αναφορά στην «εθνική παιδεία». Κατά τον ίδιο, αυτή η παράλειψη δεν είναι τυχαία και μπορεί στο μέλλον να οδηγήσει ακόμη και σε εισροή αλλογενών σπουδαστών στις παραγωγικές σχολές.
Δεν παρέλειψε ταυτόχρονα να συνδέσει όλα αυτά με το ζήτημα των πυρομαχικών που έχουν αποσταλεί στην Ουκρανία, λέγοντας ότι ο ελληνικός λαός ενημερώνεται από τις αναρτήσεις του προέδρου Ζελένσκι και όχι από την κυβέρνηση. Τόνισε ότι οι ενέργειες αυτές αντιστρατεύονται τα εθνικά συμφέροντα, καθώς η Ελλάδα δεν είχε ποτέ λόγο να βρεθεί απέναντι στη Ρωσία, μια χώρα με την οποία διατηρεί ιστορικούς, θρησκευτικούς και οικονομικούς δεσμούς. Εξέφρασε την άποψη ότι τέτοιες αποφάσεις δεν μπορούν να λαμβάνονται «εν κρυπτώ» και χωρίς την έγκριση της κοινωνίας.
Με ιδιαίτερη έμφαση μίλησε για την περίφημη «Ατζέντα 2030», επισημαίνοντας ότι η κυβέρνηση δεν έχει καταθέσει στις αρμόδιες κοινοβουλευτικές επιτροπές κανένα ολοκληρωμένο σχέδιο, παρά μόνο γενικόλογα κείμενα χωρίς χρονοδιαγράμματα, δομές, οροφές και κόστη. Υποστήριξε ότι ενώ η κυβέρνηση ισχυρίζεται πως εφαρμόζει ένα συνεκτικό σχέδιο αναδιοργάνωσης, στην πράξη οι αποφάσεις αλλάζουν συνεχώς, οι μονάδες κλείνουν και ανοίγουν χωρίς σταθερό πλαίσιο, και ο στρατός βρίσκεται σε μια κατάσταση «αλαλούμ» που αποδομεί την επιχειρησιακή του συνέπεια.
Αναφέρθηκε ακόμη και σε περιστατικά όπου μονάδες που ετοιμάζονται να μετακινηθούν ζητούν τη συνδρομή εθνοφυλάκων και ιδιωτικών οχημάτων για τη μεταφορά υλικού, υπογραμμίζοντας ότι μια σοβαρή αναδιοργάνωση απαιτεί επαρκή χρηματοδότηση και όχι πρόχειρες λύσεις. Στο ίδιο πνεύμα, αμφισβήτησε ευθέως τον κυβερνητικό ισχυρισμό ότι το κλείσιμο στρατοπέδων θα αποφέρει 200 εκατομμύρια ετησίως, ζητώντας τη δημοσιοποίηση της σχετικής μελέτης, η οποία –όπως τόνισε– δεν έχει κατατεθεί, παρά τις επανειλημμένες ερωτήσεις της ΝΙΚΗΣ.
Η συνέντευξη ολοκληρώθηκε με την αναφορά του στην συγκέντρωση διαμαρτυρίας των στρατιωτικών, όπου έδωσε το παρών μαζί με τον βουλευτή της ΝΙΚΗΣ και μέλος της Επιτροπής Εξοπλισμών, Αναστάσιο Οικονομόπουλο. Η θέση της ΝΙΚΗΣ είναι ξεκάθαρη: το νομοσχέδιο πρέπει να αποσυρθεί πλήρως, καθώς δεν υπηρετεί τις ανάγκες του προσωπικού ούτε τις πραγματικές απαιτήσεις της άμυνας. Κατά τον Αντιστράτηγο ε.α., οι Ένοπλες Δυνάμεις δεν μπορεί να μετατραπούν σε πεδίο πειραματισμών που εφαρμόζονται χωρίς συναίνεση και χωρίς σεβασμό στον ανθρώπινο παράγοντα, τον οποίο χαρακτήρισε τον σημαντικότερο πολλαπλασιαστή ισχύος.
Με μια προειδοποίηση που συνοψίζει το κλίμα στις Ένοπλες Δυνάμεις, ο κ. Ιντζές είπε πως «δεν μπορείς να λες ότι ενδιαφέρεσαι για τον στρατό του 2030 όταν έχεις το προσωπικό απέναντί σου». Γιατί, όπως τόνισε, «καμία αναδιοργάνωση, όσο μοντέρνα και αν φαίνεται, δεν μπορεί να σταθεί όταν στερείται αποδοχής, διαφάνειας και θεσμικού σεβασμού».
Δείτε το σχετικό βίντεο:
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ
-
Έρχεται ο ετήσιος χορός του συλλόγου Κρωμνιωτών "Άγιος Νικόλαος"
02 Δεκεμβρίου 2025 -
Ιωάννα Παπαδημητρίου: Με ποια κριτήρια επιλέγουμε το επάγγελμα μας;
02 Δεκεμβρίου 2025 -
Σκυδραϊκή Πυγμή: Διοργάνωσε τους πρώτους διασυλλογικούς αγώνες taeKwondo
02 Δεκεμβρίου 2025
ΣΧΟΛΙΑ