close search results icon

Νταβός: Η Δύση μαθαίνει να ζει χωρίς τη Ρωσία

Η Ρωσία επενδύει εκ νέου στις διπλωματικές σχέσεις στην Αφρική, όπου επεκτείνεται επιχειρηματικά τα τελευταία χρόνια.

Για δεύτερη συνεχή χρονιά, οι κυρώσεις της Δύσης εμπόδισαν Ρώσους αξιωματούχους και ολιγάρχες να συμμετάσχουν στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός, το ελβετικό χιονοδρομικό θέρετρο που φιλοξενεί το ετήσιο συνέδριο των βαθύπλουτων.

«Τα νέα είναι ευπρόσδεκτα για πολλούς – συμπεριλαμβανομένων των δυτικών αξιωματούχων που ξόδεψαν τους τελευταίους 11 μήνες προσπαθώντας να πείσουν τη διεθνή κοινότητα να αποκλείσει τη Μόσχα», τιμωρώντας την για τον πόλεμο στην Ουκρανία, σχολιάζει η Εριν Μπάνκο για το Politico. «Και είναι μια νίκη για τους Ουκρανούς που συμμετέχουν στη φετινή διάσκεψη, καθώς εντείνουν τις εκκλήσεις τους προς τους συμμάχους για περισσότερα όπλα.

Στον αντίποδα, όμως, ο αποκλεισμός της Ρωσίας αναγκάζει τους CEO του υπόλοιπου πλανήτη να έρθουν αντιμέτωποι με τη νέα πραγματικότητα, όπου αποκλείεται οποιαδήποτε συνεργασία με τη Ρωσία.

screenshot-10.png
REUTERS/Arnd Wiegmann

Πριν την ουκρανική κρίση, τα κορυφαία στελέχη των πολυεθνικών επιχειρήσεων έπιναν βότκα με πάγο στο Russia House, την ανεπίσημη πρεσβεία της χώρας στο Φόρουμ, και έκλειναν συμφωνίες με Ρώσους ολιγάρχες και οικονομικούς ηγέτες – από μεγιστάνες της ενέργειας μέχρι φαρμακευτικούς κολοσσούς.

Ακόμη και εν μέσω των κυρώσεων που επέβαλαν οι ΗΠΑ και η Ευρώπη το 2014, η Ρωσία είχε καταφέρει να προσελκύσει ξένες επενδύσεις. Ο Kirill Dmitriev, επικεφαλής του Ρωσικού Ταμείου Αμεσων Επενδύσεων, ενός εκ των κρατικών επενδυτικών ταμείων της χώρας, εκμεταλλεύτηκε τη θέση του για να πείσει εταιρείες και κυβερνήσεις πως, παρότι οι κυρώσεις περιόριζαν τις επιλογές, ήταν εφικτή η συνεργασία με επιχειρήσεις. Και ορισμένες εταιρείες χτύπησαν «φλέβα χρυσού», υπογράφοντας συμφωνίες για κοινοπραξίες και άλλα έργα.

Τώρα, όμως, οι δυτικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία -από τις σκληρότερες που έχουν επιβληθεί ποτέ κατά της Μόσχας- αποκλείουν τους κύριους «μεσίτες» της χώρας. Και η απουσία της Ρωσίας από το Νταβός κάνει τους αξιωματούχους και τους επικεφαλής των επιχειρήσεων εκεί να αναρωτιούνται παρασκηνιακά για πόσο καιρό ακόμα θα μπορεί η παγκόσμια επιχειρηματική κοινότητα να αγνοεί τη Μόσχα βρίσκοντας νέες αγορές για ενέργεια, μέταλλα και τρόφιμα.

«Αυτή τη στιγμή, παραμένουν τα ερωτήματα σχετικά με το αν υπάρχουν καλές και μακροπρόθεσμες εναλλακτικές για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο από τους Ρώσους», σχολίασε ανώνυμα στο Politico ένας δυτικός αξιωματούχος στο Νταβός.

Επιπλέον, η Ρωσία έχει μετατραπεί σε κορυφαίο εξαγωγέα σιτηρών «και το έκανε αυτό εν μέσω κυρώσεων και εν μέρει ως απάντηση σε αυτές», δήλωσε ο Thomas Graham, ο οποίος είχε διατελέσει ειδικός βοηθός του Αμερικανού προέδρου και ανώτερος διευθυντής για τη Ρωσία στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας την περίοδο που στις ΗΠΑ κυβερνούσε ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος.

Η Ρωσία ισχυροποίησε τον γεωργικό της τομέα προτού τεθούν σε ισχύ οι κυρώσεις, εξήγησε ο Γκράχαμ. Και όταν η Δύση άρχισε να επιβάλλει οικονομικά μέτρα, η Ρωσία έκανε σημαντικές επενδύσεις στην εγχώρια παραγωγή σιταριού, αντί να βασίζεται στις εισαγωγές, προκειμένου να θρέψει τον πληθυσμό της.

Τους τελευταίους οκτώ μήνες η Μόσχα αντέχει εν μέρει τις κυρώσεις, ανακαλύπτοντας εναλλακτικές οδούς για εισαγωγές μέσω εταίρων, όπως η Κίνα και χώρες του λεγόμενου «παγκόσμιου Νότου».

«Οι κυρώσεις δεν είχαν τον άμεσο αντίκτυπο που περίμενε η Δύση» δήλωσε η Αντζελα Στεντ, συνεργάτης του think tank Brookings Institution στην Ουάσινγκτον.

Η Ρωσία δεν συμμετείχε ούτε στην περσινή συνάντηση στο Νταβός, η οποία πραγματοποιήθηκε τον Μάιο, τρεις μήνες μετά την εισβολή. Εμπειρογνώμονες και αξιωματούχοι πίστευαν ότι οι κυρώσεις θα κατέστρεφαν τη ρωσική οικονομία. Έναν μήνα αργότερα, η ρωσική κυβέρνηση αθέτησε τις υποχρεώσεις ως προς το εξωτερικό χρέος της για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες. «Αλλά καθώς οι μήνες περνούσαν, η οικονομία της χώρας άρχισε να προσαρμόζεται σε μια νέα κανονικότητα», γράφει το Politico.

Σήμερα, τα ράφια των ρωσικών καταστημάτων εξακολουθούν να είναι γεμάτα και η ζωή, ως επί το πλείστον, συνεχίζεται κανονικά για τους κατοίκους της επαρχίας. Κινεζικές εταιρείες αντιπροσωπεύουν πλέον σχεδόν το ένα τρίτο της αγοράς αυτοκινήτων της Ρωσίας, αφότου οι δυτικές εταιρείες εγκατέλειψαν τη χώρα λόγω των κυρώσεων, σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε το πρακτορείο Reuters.

Αυτό ανησυχεί πρώην επιχειρηματικούς εταίρους της Μόσχας, ότι η κατάσταση διεθνώς αλλάζει και πως οι αλλαγές θα αποδειχθούν μακροχρόνιες. Με τις κυρώσεις να μην μπορούν να αρθούν εύκολα, οι εταιρείες αυτές πρόκειται να χάσουν ευκαιρίες κερδοφορίας – τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Αυτό δεν έχει σημασία για ορισμένες εταιρείες που θεωρούν την απο-επένδυση από τη Ρωσία ως ηθική επιταγή. Άλλες, όμως, προσπαθούν να επανεξετάσουν την επιχειρηματική στρατηγική τους.

«Η Ρωσία είναι σε μεγάλο βαθμό απομονωμένη από τη Δύση, αλλά φυσικά δεν είναι απομονωμένη από τον υπόλοιπο κόσμο. Ο παγκόσμιος Νότος ούτε έχει καταδικάσει τη Ρωσία ούτε έχει επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία» δήλωσε η Στεντ, αναφερόμενη σε μια ομάδα χωρών που περιλαμβάνει μερικές από τις φτωχότερες και λιγότερο βιομηχανοποιημένες οικονομίες. «Μια χώρα όπως η Ινδία, η οποία είναι εταίρος των ΗΠΑ, είναι γνωστό ότι αγοράζει μεγάλες ποσότητες ρωσικού πετρελαίου.»

Η Ρωσία επενδύει εκ νέου στις διπλωματικές σχέσεις στην Αφρική, όπου επεκτείνεται επιχειρηματικά τα τελευταία χρόνια. Φιλοξένησε το πρώτο οικονομικό φόρουμ Ρωσίας – Αφρικής το 2019 στο Σότσι. Η Μόσχα βασίζεται επίσης στην ομάδα Βάγκνερ, την παραστρατιωτική οργάνωση με δεσμούς με το Κρεμλίνο, για να ενισχύσει την επιρροή της Ρωσίας στην αφρικανική ήπειρο. Η Βάγκνερ συνεργάζεται με τις κυβερνήσεις στο Μάλι, στη Λιβύη και τη Μαδαγασκάρη.

Παρ’ όλα αυτά, οι κυρώσεις αποδυναμώνουν την ισχύ της Ρωσίας διεθνώς. Μεγάλες δυτικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων των Starbucks, της Coca-Cola και των McDonald’s, έχουν διακόψει τις δραστηριότητές τους στη χώρα. Αλλες έχουν σταματήσει τη συνεργασία τους με οντότητες που δεν έχουν υποστεί κυρώσεις υπό τον φόβο μελλοντικών κυρώσεων.

Παρασκηνιακά στο Νταβός, στελέχη παραδέχονται ότι έχουν σχεδόν ξεγράψει τη Μόσχα. Καθώς η Ρωσία συνεχίζει να εκτοξεύει πυραύλους σε πολυκατοικίες και να στοχεύει αμάχους στην Ουκρανία, η αναθεώρηση αυτών των αποφάσεων φαντάζει όλο και πιο απίθανη.

Και οι οικονομικοί περιορισμοί έχουν πλήξει την ικανότητα της Ρωσίας στις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Η Μόσχα παλεύει να αποκτήσει ημιαγωγούς, τους οποίους χρειάζεται για τα εξοπλιστικά προγράμματά της. Με τις προσπάθειες της να μένουν πίσω, η Μόσχα σφυρηλατεί τώρα νέες αμυντικές συνεργασίες με το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα για να ενισχύσει τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Στην κεντρική λεωφόρο του Νταβός, δεν υπάρχει κανένα σημάδι ρωσικής παρουσίας. Τα προηγούμενα χρόνια, οι επικεφαλής των κρατικών επενδυτικών ταμείων και τραπεζών της Ρωσίας σύχναζαν στο χώρο των ζωντανών μεταδόσεων του CNBC, μιλώντας για τη σημασία των επενδύσεων στη χώρα. Και το παλιό Russia House – ένα κατάστημα που κάποτε καταλάμβανε η ρωσική αντιπροσωπεία – έχει «παραδοθεί» στην αντιπροσωπεία της Ουκρανίας. Οι Ουκρανοί θα σερβίρουν εκεί πρόγευμα μέσα στην εβδομάδα – και αυτή θα είναι μια ευκαιρία για τα μέλη του κοινοβουλίου να συνεχίσουν να ζητούν περισσότερα όπλα από τους δυτικούς υποστηρικτές της Ουκρανίας.

Το θέμα της παρατεταμένης υποστήριξης προς το Κίεβο και ενός μακροχρόνιου πολέμου θα εγείρει πιθανότατα δυσάρεστα ερωτήματα για τους δυτικούς αξιωματούχους στο Νταβός αυτή την εβδομάδα, ιδίως σχετικά με τις κυρώσεις και το ενδεχόμενο να διαταράξουν τις οικονομίες το 2023, ειδικά στην Ευρώπη.

Επί μήνες, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι κινούνταν παρασκηνιακά για να πείσουν τους Ευρωπαίους συμμάχους τους να παραμείνουν συνεπείς στη συμφωνία, όχι μόνο με τις αποστολές όπλων στην Ουκρανία, αλλά και με τις κυρώσεις στη Ρωσία. Η θέση τους: «Οι κυρώσεις αποδίδουν. Η Ρωσία υποφέρει και θα συνεχίσει να χάνει μακροπρόθεσμα.»

Προς το παρόν, τουλάχιστον, παρά τη στάση ορισμένων συμμετεχόντων στο Νταβός, ο συνασπισμός κρατάει.

«Η αποξένωση (σ.σ.: της Ρωσίας) με τη Δύση είναι σχεδόν ολοκληρωτική σε αυτό το σημείο» δήλωσε ο Γκράχαμ. Και δύσκολα θα μπορούσε να επιτευχθεί οποιαδήποτε αποκατάσταση στο κοντινό μέλλον.

Πηγή Politico, kathimerini.gr


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

ΣΧΟΛΙΑ